Κατ΄ αρχάς, στις ρυθμίσεις θα υπαχθούν οι εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων επιτηδευματιών, οι οποίες αφορούν διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2009.
Ακόμη, θα συμπεριληφθούν οι ανέλεγκτες υποθέσεις, με εξαίρεση αυτές των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, οι υποθέσεις που εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια α΄ και β΄ βαθμού δικαιοδοσίας, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο.
Οι φορολογούμενοι δεν έχουν να κάνουν πολλά, αφού μέσω της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων για την πλειονότητα των υποθέσεων, θα γίνει αποστολή του σχετικού εκκαθαριστικού σημειώματος.
Ποιοι μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση
Εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται εκείνες στις οποίες, μέχρι την κατάθεση του σχεδίου νόμου:
- Δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος.
- Έχει αρχίσει ο έλεγχος αλλά δεν έχει περαιωθεί.
- Έχει εκδοθεί Φύλλο Ελέγχου ή Πράξη αποτελεσμάτων αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί.
- Εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί σε α΄ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.
Περαιωμένες υποθέσεις για τις οποίες μέχρι 31.8.2010:
* Έχουν μετά τον έλεγχο, εκδοθεί συμπληρωματικά φύλλα ελέγχου ή πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων ή Φ.Π.Α. τα οποία είτε δεν έχουν οριστικοποιηθεί, είτε εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και δεν έχουν συζητηθεί σε α’ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο
* Έχουν εκδοθεί αποφάσεις Επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. για συμπληρωματικά στοιχεία με βάση τα οποία δεν έχει διενεργηθεί ακόμη έλεγχος στις λοιπές φορολογίες.
Ποιοι εξαιρούνται από τη διαδικασία της περαίωσης
Δεν θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του νόμου ακόμη και αν είναι εκκρεμείς, οι ακόλουθες κατηγορίες υποθέσεων:
- Οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί μέχρι 31 Αυγούστου 2010 εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος ή εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις καθώς και οι επόμενες αυτής.
- Οι υποθέσεις φυσικών προσώπων με εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις για τις οποίες δεν έχουν τηρηθεί βιβλία και μόνο όσον αφορά τα εισοδήματα αυτά.
- Οι υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999, με εξαίρεση τις ανέλεγκτες προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις αυτών.
- Από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση στην οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα είναι μεγαλύτερα του ποσού των (ενδεικτικά): είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις.
- Οι ανέλεγκτες υποθέσεις για τις οποίες υπάρχουν κατασχεμένα ανεπίσημα βιβλία ή στοιχεία, εκτός αν αυτά έχουν τύχει επεξεργασίας και έχουν εκδοθεί πράξεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ.
- Οι υποθέσεις φορολογίας πλοίων, ακίνητης περιουσίας, μεγάλης ακίνητης περιουσίας, μεταβίβασης ακινήτων και κληρονομιών - δωρεών - προικών - γονικών παροχών.
- Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
- Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις για τον έλεγχο των οποίων έχουν συγκροτηθεί Ειδικά Συνεργεία Ελέγχου του άρθρου 39 του ν. 1914/1990.
- Οι υποθέσεις επιτηδευματιών φυσικών προσώπων τα οποία με βάση τα στοιχεία του περιουσιολογίου έτους 2008 υπάγονται σε Φορολόγηση Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ).
Το ποσό του επιπλέον φόρου υπολογίζεται ως εξής: τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή (ενδεικτικά): 2% για όλα τα επαγγέλματα, με εξαίρεση συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελμάτων:
Το ελάχιστο ποσό φόρου ανά χρήση είναι:
- 400 ευρώ για βιβλία πρώτης κατηγορίας
- 700 ευρώ για βιβλία δεύτερης κατηγορίας και
- 1.000 ευρώ για βιβλία τρίτης κατηγορίας.
Τι θα γίνει με τα πρόστιμα
Το ποσό της φορολογητέας ύλης, που έχει αποκρυφθεί, πολλαπλασιάζεται με 15% και προστίθεται στο φόρο της περαίωσης. Στο νέο ποσό επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 20 ή 25%, (ενδεικτικός συντελεστής) ανάλογα με την περίπτωση, και αυτό το σύνολο προσαυξάνεται ως εξής:
* Στην περίπτωση ύπαρξης παραβάσεων του Κ.Β.Σ., κατά 20%.
* Στην περίπτωση ύπαρξης αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης (Παράλειψη έκδοσης ή λήψης ή ανακριβής έκδοση ή λήψη φορολογικού στοιχείου) κατά 40%.
* Στην περίπτωση ύπαρξης πλαστών ή εικονικών ή νοθευμένων στοιχείων κατά 60%.
Οι παραβάσεις που υπάγονται στη ρύθμιση
Όσες έχουν οριστικοποιηθεί, και όσες εκκρεμούν για διοικητική επίλυση της διαφοράς στη Δ.Ο.Υ. ή στα Διοικητικά Δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου.
Η ζημιά που τυχόν περιλαμβάνεται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του τελευταίου ρυθμιζόμενου οικονομικού έτους δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών.
Σε περιπτώσεις εκκρεμών προσωρινών φύλλων ελέγχου ή πράξεων προσδιορισμού του φόρου, τα φύλλα ή οι πράξεις αυτές ρυθμίζονται με διαγραφή των πρόσθετων φόρων.
Η ρύθμιση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος συνεπάγεται αυτοδίκαια και την ρύθμιση ως ειλικρινών των ανέλεγκτων υποθέσεων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων με την επιφύλαξη των οριζομένων στις επόμενες παραγράφους:
* Εάν σε κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις υφίσταται αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή τα δεδομένα των υποβληθεισών σχετικών δηλώσεων εμφανίζουν διαφορές σε σχέση με τα αντίστοιχα δεδομένα της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και των εντύπων που τη συνοδεύουν, επί των επί πλέον ακαθάριστων εσόδων υπολογίζεται Φ.Π.Α., με την εφαρμογή ως συντελεστή αυτού που προβλέπεται για την κύρια δηλωθείσα δραστηριότητα προσαυξημένου (ενδεικτικά): κατά τριάντα τοις εκατό (30%).
* Για τις ρυθμιζόμενες σύμφωνα με το νόμο υποθέσεις δεν υπάρχει η δυνατότητα επιστροφής τυχόν πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. που αφορά τα ρυθμιζόμενα έτη, ούτε μεταφοράς του τυχόν πιστωτικού υπολοίπου του τελευταίου ρυθμιζόμενου έτους για συμψηφισμό στο επόμενο έτος.
* Σε περιπτώσεις εκκρεμών προσωρινών πράξεων προσδιορισμού του φόρου, οι πράξεις αυτές ρυθμίζονται με διαγραφή των πρόσθετων φόρων.
* Στην περίπτωση που διαπιστώνεται ή μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία διενεργείται έλεγχος με βάση τις κείμενες διατάξεις.
* Οι πράξεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. που αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις και εκκρεμούν στη Δ.Ο.Υ. ή ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, ρυθμίζονται με περιορισμό στο ένα πέμπτο (1/5) του επιβληθέντος σχετικού προστίμου κατά τις ειδικότερες διακρίσεις και προβλέψεις της παρ.Ζ1 και 2.
Με δόσεις η καταβολή του φόρου
Ο επιτηδευματίας, εφόσον επιθυμεί να ρυθμίσει τις ανέλεγκτες υποθέσεις του, καταβάλλει το 25% του ποσού της συνολικής οφειλής που αναγράφεται στο Εκκαθαριστικό Σημείωμα.
Η καταβολή από τον επιτηδευματία του αναφερόμενου στο προηγούμενο εδάφιο ποσού, συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη αποδοχή του περιεχομένου του Εκκαθαριστικού Σημειώματος, και την ρύθμιση των παραπάνω υποθέσεων του, η οποία και επέρχεται με την εν λόγω καταβολή με την ολοσχερή εξόφληση.
Η κατά τα παραπάνω καταβολή δεν μπορεί να γίνει πέραν της 12ης Νοεμβρίου. Μετά την παρέλευση της προαναφερόμενης προθεσμίας δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα ρύθμισης.
Η αποδοχή από τον επιτηδευματία του Εκκαθαριστικού Σημειώματος θα συνεπάγεται την αυτόματη ρύθμιση όλων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α. καθώς και όλων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων που αφορούν τις οικείες χρήσεις και θα επιφέρει όλα τα αποτελέσματα της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, τα δε καταβληθέντα στο Δημόσιο χρηματικά ποσά κατ΄ εφαρμογή της ρύθμισης αυτής δεν θα μπορούν να αναζητούνται.
Τα υπόλοιπα ποσά φόρου εισοδήματος, του Φ.Π.Α. και του προστίμου του Κ.Β.Σ. που περιλαμβάνονται στο Ειδικό Εκκαθαριστικό Σημείωμα και αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις του επιτηδευματία, καταβάλλονται ως ακολούθως:
* Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι μέχρι 5.000 ευρώ, σε 4, κατ’ ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ.
* Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από 5.000 ευρώ και μέχρι 20.000 ευρώ, σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις.
* Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από 20.000 ευρώ, σε 12 ίσες μηνιαίες δόσεις.
Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον εντός του οποίου το Εκκαθαριστικό Σημείωμα έγινε αποδεκτό και το αργότερο μέχρι 12.11.2010 και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποίηση του υπόχρεου.
Σε περίπτωση που ολόκληρο το οφειλόμενο κατά τα ανωτέρω ποσό καταβληθεί μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%).
Τι γίνεται με τις υποθέσεις που εκκρεμούν στα δικαστήρια
Κάθε εκκρεμής ελεγμένη (με τακτικό έλεγχο) υπόθεση η οποία είτε εκκρεμεί στο πρωτοβάθμιο διοικητικό δικαστήριο, είτε έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε η πράξη της φορολογικής αρχής για τυπικό λόγο, ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου (χωρίς πρόσθετους φόρους ή προσαυξήσεις) και αν πρόκειται για πρόστιμο, με την καταβολή του 1/5 του προστίμου.
Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με την οποία απορρίπτεται η προσφυγή εν όλω ή εν μέρει, και έχει ασκηθεί από τον φορολογούμενο εμπρόθεσμη έφεση, η υπόθεση ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου κατά το μέρος που απορρίφθηκε με την προσφυγή, προσαυξημένου κατά 20%. Αν η υπόθεση αφορά πρόστιμο, ρυθμίζεται με την καταβολή του ¼ του προστίμου.
Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου με την οποία γίνεται δεκτή εν όλω ή εν μέρει η προσφυγή για λόγους ουσίας έχει ασκηθεί από το Δημόσιο έφεση και η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί σε α’ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, η υπόθεση περαιώνεται με την καταβολή του 25% του ποσού για το οποίο έγινε δεκτή η προσφυγή.
Οι υποθέσεις της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου Α περαιώνονται με τον περιορισμό στο ογδόντα τοις εκατό (80%) του αρχικά επιβληθέντος προστίμου Κ.Β.Σ., εξαντλούμενης κάθε περαιτέρω φορολογικής υποχρέωσης για τις υποθέσεις αυτές ως προς τα συμπληρωματικά στοιχεία που αφορά το εν λόγω πρόστιμο.
Επίσης, οι εκκρεμείς ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων υποθέσεις θα ρυθμιστούν με υποβολή σχετικής αιτήσεως με όλα τα σχετικά στοιχεία στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ψήφιση του νόμου. Για την προκαταβολή και τις δόσεις θα ισχύουν τα ίδια με τις ανέλεγκτες υποθέσεις. Η καταβολή της προκαταβολής πρέπει να γίνει μέχρι 12 Νοεμβρίου 2010.
Ρυθμίζονται και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές
Χρέη προς το Δημόσιο, που έχουν βεβαιωθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) μέχρι 30η Σεπτεμβρίου 2010 στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ. ρυθμίζονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, που υποβάλλεται μέχρι 31η Οκτωβρίου 2010 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο που είναι βεβαιωμένα και καταβάλλονται ως ακολούθως:
1.1. Εφάπαξ με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) και έκπτωση από τυχόν πρόσθετους φόρους ή πρόσθετα τέλη που συμβεβαιώθηκαν με την κύρια οφειλή από το έτος 2007 και μετά, κατά ποσοστό, που διαφοροποιείται, ανάλογα με το έτος βεβαίωσης:
* όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2007 κατά ποσοστό δέκα στα εκατό (10%)
* όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2008 κατά ποσοστό είκοσι στα εκατό (20%)
* όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2009 κατά ποσοστό τριάντα στα εκατό (30%)
* όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2010 κατά ποσοστό σαράντα στα εκατό (40%)
- Σε δύο (2) έως τρεις (3) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης τριακόσια (300) ευρώ.
- Σε τέσσερις (4) έως (12) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
- Σε δεκατρείς (13) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
- Σε είκοσι πέντε (25) έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια (1.000) ευρώ.
- Σε τριάντα επτά (37) έως σαράντα σαράντα πέντε (45) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια πεντακόσια (1.000) ευρώ,
Η πρώτη δόση καταβάλλεται την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, η δεύτερη δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Νοεμβρίου 2010 , οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Εξαιρετικά η εφάπαξ εξόφληση γίνεται είτε την ημέρα υποβολής της αίτησης είτε εντός πέντε εργασίμων ημερών από αυτή και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 5η Νοεμβρίου 2010.
2. Ο οφειλέτης χάνει το ευεργέτημα των παραπάνω ρυθμίσεων στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Εφόσον στην περίπτωση 1.2. δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση, στην περίπτωση 1.3 δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα δύο δόσεις και στις λοιπές περιπτώσεις δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα τρείς δόσεις,
- Εφόσον καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης του για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.
- Εφόσον ο οφειλέτης καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης του και μέχρις εξοφλήσεως, δεν υποβάλει εμπρόθεσμα τiς φορολογικές δηλώσεις του φόρου εισοδήματος, περιουσίας καθώς και παρακρατούμενων ή επιρριπτόμενων φόρων.
- Εφόσον δεν είναι ενήμερος στα χρέη του που βεβαιώνονται από 1 Οκτωβρίου 2010 και μετά, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.
- Εφόσον απολέσει διευκόλυνση τμηματικής καταβολής που του έχει χορηγηθεί για ήδη υφιστάμενα χρέη ή που θα του χορηγηθεί για χρέη που θα βεβαιωθούν μετά την ψήφιση του Νόμου
- Εφόσον δεν είναι ενήμερος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών, για χρέη του που βεβαιώθηκαν μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2010, τα οποία δεν ζήτησε να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.
Σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής μίας δόσης της ρύθμισης, η δόση επιβαρύνεται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής πέντε τοις εκατό (5%) για τον πρώτο μήνα καθυστέρησης. Σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής δύο συνεχόμενων δόσεων της ρύθμισης και οι δύο δόσεις επιβαρύνονται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής δέκα τοις εκατό (10%) και μέχρι την απώλεια της ρύθμισης.
Παρέχεται η δυνατότητα οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης, να επιλέξει την υπαγωγή του σε ρύθμιση της παραγράφου 1 με περισσότερες δόσεις με τον περιορισμό της ελάχιστης καταβολής και με την προϋπόθεση ότι μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης έχει καταβάλει όλες τις δόσεις της προηγούμενης ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το υπόλοιπο ποσό που εντάσσεται στη νέα ρύθμιση με το ποσοστό που ορίζεται για τη ρύθμιση της νέας επιλογής του.
5. Σε περίπτωση που οφειλέτης έχει ενταχθεί σε ρύθμιση με πολλές μηνιαίες δόσεις, εφόσον εξοφλήσει σε πρόγραμμα μικρότερης χρονικής διάρκειας, τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής για το οφειλόμενο ποσό που εξοφλείται, με το ποσοστό που ορίζεται για τη ρύθμιση εντός των χρόνων της οποίας εξόφλησε.
Εάν ενταχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης με δόσεις και εκ των υστέρων εξοφλήσει εντός των χρόνων ισχύος του προγράμματος εφάπαξ εξόφλησης (1.1), τότε απαλλάσσεται από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) για το εφάπαξ καταβαλλόμενο ποσό.
6. Οφειλέτες που δεν υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση μέχρι την 31 Οκτωβρίου 2010, έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν την αίτηση και μεταγενέστερα με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλουν με την κατάθεση της αίτησης και τις δόσεις που θα είχαν λήξει εάν η αίτηση είχε υποβληθεί εντός της ανωτέρω προθεσμίας πλέον των αναλογουσών προσαυξήσεων επί ολοκλήρου του ποσού από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής της αίτησης και μέχρι την εκπρόθεσμη υποβολή της. Στη ρύθμιση περιλαμβάνονται οι οφειλές της παραγράφου 7, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί την ημέρα υποβολής της αίτησης. Το ποσοστό απαλλαγής από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ανάλογα με τον τύπο της ρύθμισης που θα επιλέξει ο οφειλέτης να ενταχθεί, μειώνεται κατά πέντε τοις εκατό (5%) του αντιστοιχούντος στο πρόγραμμα της επιλογής του ποσοστού και αφορά μόνο στις οφειλές της παραγράφου 7.
7. Στις ρυθμίσεις της παραγράφου 1. εντάσσονται όλες οι ληξιπρόθεσμες κατά την ημέρα δημοσίευσης του νόμου οφειλές. Ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να μην ζητήσει την υπαγωγή στη ρύθμιση, των οφειλών του που βρίσκονται σε διοικητική ή δικαστική αναστολή. Ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ένταξη στην ρύθμιση και των βεβαιωμένων κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης των οφειλών, αλλά χωρίς την επιμήκυνση του χρόνου ρύθμισης.
8. Για χρονικό διάστημα δύο ετών με έναρξη την 1 Οκτωβρίου 2010 , αναστέλλεται η παραγραφή των πάσης φύσεως χρεών που έχουν βεβαιωθεί ταμειακά στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία.
9. Για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του νόμου δεν θα επιτρέπεται η χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής του άρθρου 14 του ν.2648/98 για όλα τα χρέη που θα έχουν βεβαιωθεί ταμειακά μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2010.
10. Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση θα χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας ως εξής :
- για τις ρυθμίσεις μέχρι 3 μήνες μετά την καταβολή της 2ης δόσης
- για τις ρυθμίσεις μέχρι 6 μήνες μετά την καταβολή της 3ης δόσης
- για τις ρυθμίσεις μέχρι 12 μήνες μετά την καταβολή της 4ης δόσης
- για τις ρυθμίσεις άνω των 12 μηνών εφόσον κατά τον χρόνο χορήγησης του αποδεικτικού έχουν εξοφληθεί οι τρέχουσες δόσεις πλέον των δόσεων των δύο επομένων μηνών από την ρύθμιση και πάντως μετά την καταβολή 6 τουλάχιστον δόσεων.
Κατά του οφειλέτη εφόσον υπαχθεί στη ρύθμιση δεν θα λαμβάνονται τα προβλεπόμενα μέτρα κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, του άρθρου 22 του ν.2523/1997,όπως αυτά ισχύουν σήμερα και των άρθρων 231 έως 243 του ν.2717/1999, θα αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα.
Κατά τον χρόνο της ρύθμισης θα αναστέλλεται επίσης η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του νόμου. Η αναστολή αυτή δεν θα ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές θα λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί.
Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.