Φυλακές Κορυδαλλού, κελί 33, Γ΄ Πτέρυγα.
O Bασίλης Παλαιοκώστας σηκώθηκε χαρούμενος εκείνο το κυριακάτικο πρωινό.
Σιγοτραγουδώντας έκανε το μπάνιο του, ξυρίστηκε κι ετοίμασε μια βαλιτσούλα με τα χρειώδη για το ταξίδι.
Βγαίνοντας στο προαύλιο της απομόνωσης των φυλακών Κορυδαλλού συνάντησε το φίλο του Αλβανό Αλκέτ Ριτζάι.
-Τι κάνεις σήμερα;
-Δεν έχω τίποτα σπουδαίο…
-Εγώ λέω να πάω μια βόλτα. Ο καιρός είναι καλός… Δεν έρχεσαι να πάμε παρέα, να μην είμαι μόνος;
Ο Ριτζάι δεν σκέφθηκε και πολύ…
-Εντάξει, θα έρθω να σου κάνω παρέα…
Ο Παλαιοκώστας χάρηκε…
-Ωραία. Γύρω στις 3 το απογευματάκι θα έρθει το ελικόπτερο να μας πάρει. Να είσαι έτοιμος.
-Θα είμαι. Πάω να φτιάξω το σακ βουαγιάζ μου.
-Θα βρεθούμε στο προαύλιο της απομόνωσης. Εντάξει;
-Εντάξει!
Πράγματι. Οι δύο ταξιδιώτες, με τις αποσκευές τους στο χέρι, ήταν στο προαύλιο της απομόνωσης στην ώρα τους.
Το ελικόπτερο τύπου AS-355 της Ιντερτζέτ φάνηκε να έρχεται από τα δυτικά.
Αμέσως σήμανε συναγερμός. Οι φρουροί ειδοποίησαν τον αρχιφύλακα των φυλακών, ο αρχιφύλακας ειδοποίησε το διευθυντή, ο διευθυντής ειδοποίησε τις συναρμόδιες υπηρεσίες (Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας, Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας, Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, Εθνική Λυρική Σκηνή, Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, Εθνική Τράπεζα, Εθνικό Ωδείο και Εθνική Συνομοσπονδία Αποδρασάντων Κορυδαλλού).
Το ελικόπτερο χαμήλωνε, χαμήλωνε, χαμήλωνε… και οοοόπ, πέταξε την ανεμόσκαλα, υπό τα χειροκροτήματα των εσωτερικών φρουρών.
Εκείνη τη στιγμή κατέφθασε ο υπουργός Αποδράσεων συνοδευόμενος από τους επιτελείς του και από ταξιδιωτικούς πράκτορες.
Πριν επιβιβασθούν οι δύο κρατούμενοι έγινε μια σεμνή τελετή, με τον αρμόδιο επί των αποδράσεων Υπουργό να λέει δυο λόγια, μεστά περιεχομένου, «για την ανάγκη που έχουν όλοι οι άνθρωποι να αποδράσουν λίγο από τα καθημερινά προβλήματα που δημιουργεί η σημερινή μεταβιομηχανική κοινωνία».
Ο Βασίλης Παλαιοκώστας, φανερά συγκινημένος, ευχαρίστησε τον Υπουργό για την ευαισθησία του και του ζήτησε συγγνώμη για το εσπευσμένο της αναχώρησης, αλλά, όπως χαρακτηριστικά τόνισε, «δεν θα ήθελα κύριε υπουργέ να ταλαιπωρώ άλλο τον πιλότο και το πλήρωμα που περιμένει».
Μετά τις χειραψίες και τους ασπασμούς με τους επίσημους, οι δύο κρατούμενοι ανέβηκαν προσεκτικά την ανεμόσκαλα ενώ η μπάντα των φυλακών παιάνιζε το λαϊκό άσμα… «θα σου φύγωωωω/ στο’ είχα πει/ θα σου φύγωωω και γέλαγες εσυυύ…».
Εν τω μεταξύ, εκείνη τη στιγμή οι συγκρατούμενοί τους μαζεύτηκαν στον προαύλιο χώρο της απομόνωσης και άρχισαν να τους κουνάνε μαντηλάκια ευχόμενοι το «καλό ταξίδι».
Μάλιστα, κάποιοι υπηρεσιακοί παράγοντες δεν μπόρεσαν να κρύψουν το δάκρυ τους σ’ αυτό το κατευόδιο.
Καθώς το ελικόπτερο ανέβαινε στον ουρανό, οι εξωτερικοί φρουροί έριχναν τις προβλεπόμενες από τον κανονισμό τιμητικές βολές, και οι σειρήνες του συναγερμού ηχούσαν χαρμόσυνα.
Σε επτά λεπτά το ελικόπτερο προσγειώθηκε κοντά στην εθνική οδό ανάμεσα στο Πολυδένδρι και το Καπανδρίτι, όχι μακριά από τα διόδια Αφιδνών.
Ο Βασίλης Παλαιοκώστας βγήκε από το ελικόπτερο συνοδευόμενος από τον συνεργάτη του Αλκέτ Ριτζάι. Επιθεώρησε το τιμητικό άγημα της ΕΛ.ΑΣ , μια θαυμάστριά του του πρόσφερε μια ανθοδέσμη και με γοργό βήμα επιβιβάστηκε στη λιμουζίνα η οποία ανέπτυξε ταχύτητα προς άγνωστη κατεύθυνση.
Την επομένη ο Πρωθυπουργός, μιλώντας από το βήμα της Βουλής, ζήτησε εθνική συναίνεση για τις αποδράσεις, ενώ ο Αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δήλωσε ότι τις αμέσως επόμενες ημέρες θα συνφάγει στην Εκάλη, στο σπίτι του κυρίου Καραμούζη της EYROBANK, με 15 κορυφαίους αποδράσαντες ώστε να γνωρίζει από πρώτο χέρι τα προβλήματά τους αλλά και τις σκέψεις τους για την πορεία του τόπου
Κώστας Μαρδάς