Η ανάγκη άμεσων μεταρρυθμίσεων στο τραπεζικό σύστημα υπήρξε κοινή παραδοχή στις συναντήσεις τόσο των υπουργών Οικονομικών του G7, το βράδυ της Παρασκευής, όσο και της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου στην Ουάσιγκτον.
Οι υπουργοί Οκονομικών του G7 διαβλέπουν σημάδια σταθεροποίησης της παγκόσμιας οικονομίας, όμως εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί, λέγοντας ότι ο κόσμος θα πρέπει να περιμένει μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους, για να εξέλθει από τη χειρότερη ύφεση των τελευταίων δεκαετιών.
Μολονότι οι υπουργοί Οικονομικών εμφανίστηκαν περισσότερο αισιόδοξοι από τη συνάντηση του Φεβρουαρίου, απέφυγαν να διακηρύξουν το τέλος της βαθύτερης κρίσης που ταλανίζει ολόκληρο τον κόσμο, ενώ σε μία ένδειξη του πόσο σημαντικές θεωρούνται οι αναδυόμενες χώρες για την επίλυση της κρίσης, οι αξιωματούχοι του G7 συναντήθηκαν με τους συναδέλφους τους από το G20.
Πολλοί υπουργοί συμφώνησαν ότι τα χρηματοδοτικά πακέτα, οι προσπάθειες αναδιάρθρωσης τραπεζών και άλλα μέτρα, που ελήφθησαν από κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες, για την αντιμετώπιση της κρίσης, αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς.
Στο τελικό ανακοινωθέν τους, οι επτά πλουσιότερες χώρες του πλανήτη δεσμεύθηκαν να λάβουν όλες τις απαραίτητες ενέργειες για να επιστρέψουν σε ανάπτυξη και, κυρίως, να συνεχίσουν να διοχετεύουν κεφάλαια στους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς, καθώς και να αποτρέψουν τους περιορισμούς στο παγκόσμιο εμπόριο.
Προειδοποίησαν, ωστόσο, ότι οι πτωτικοί κίνδυνοι παραμένουν, με τις προοπτικές να είναι πάντα ζοφερές. Το G7 επανέλαβε, επίσης, ότι θα επιτηρεί στενά την αγορά συναλλάγματος και θα συνεργαστεί στον τομέα αυτόν, προκειμένου να αποτραπούν απότομες αλλαγές, οι οποίες μπορεί να έχουν δυσμενείς συνέπειες για την οικονομική και χρηματοοικονομική σταθερότητα, ενώ παράλληλα επαίνεσε ξανά τις προσπάθειες της Κίνας «να προωθήσει πιο ισορροπημένη ανάπτυξη» και να κινηθεί προς «μία πιο ευέλικτη συναλλαγματική ισοτιμία».
Ακόμη, επανέλαβε τη δέσμευση των μελών του να συνεργαστούν στον τομέα της μεταρρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, επιμένοντας ωστόσο στις «εθνικές προσπάθειες» που θα πρέπει να γίνουν σε αυτόν τον τομέα.
ΔΝΤ
Με την ελπίδα να συγκεντρώσει άμεσα χρήματα για νέο έκτακτο δανειακό πρόγραμμα, ύψους 500 δισ. δολαρίων, το ΔΝΤ εξετάζει σχέδιο να εκδώσει ομόλογα για πρώτη φορά στην ιστορία του, σύμφωνα με αξιωματούχους του οργανισμού. Τα ομόλογα αναμένεται να αγοράσουν κυβερνήσεις ταχύρυθμα αναπτυσσόμενων αναδυόμενων οικονομιών, όπως Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία και Ινδία, γεγονός που θεωρήθηκε νίκη για τις χώρες αυτές.
Αντίστοιχα, οι αναδυόμενες χώρες ζήτησαν να αποκτήσουν μεγαλύτερη δύναμη ψήφου στο ΔΝΤ, με αντάλλαγμα νέες μεγάλες χρηματικές εισφορές, όμως δεν σημειώθηκε ιδιαίτερη πρόοδος στον τομέα αυτό.
Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, τάσσονται υπέρ μιας μεταρρύθμισης στη διάρθρωση ψήφου του οργανισμού, όμως πολλές ευρωπαϊκές χώρες αντιτίθενται σε μία εκ των βάθρων αλλαγή, επειδή κάτι τέτοιο μπορεί να περιορίσει τα δικά τους δικαιώματα ψήφου. Στο τελικό ανακοινωθέν τους, οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών - μελών του ΔΝΤ συμφώνησαν να αυξήσουν άμεσα κατά 250 δισ. δολάρια τους διαθέσιμους προς δανεισμό πόρους του οργανισμού.
Ο επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, ανέφερε ότι οι υπουργοί Οικονομικών εξέφρασαν την ικανοποίησή τους από τα μέτρα που έχουν λάβει οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο για τη στήριξη των οικονομιών τους, υπογραμμίζοντας ότι όλοι συμφώνησαν πως η παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη εξαρτάται από την «απόλυτη ανάγκη εξυγίανσης του χρηματοοικονομικού συστήματος» από επισφαλές ή τοξικό ενεργητικό, γιατί μόνο αυτή η κίνηση θα μπορούσε να απελευθερώσει ξανά πιστώσεις.
Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τίμοθι Γκάιτνερ, κάλεσε τους συναδέλφους του να εμμείνουν σταθερά στις δεσμεύσεις που έλαβαν στη σύνοδο του G20 στις 2 Απριλίου στο Λονδίνο να παράσχουν επιπλέον 1,1 τρισ. δολάρια στο ΔΝΤ και σε άλλους διεθνείς πιστωτικούς οργανισμούς.
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, ωστόσο, αμφισβήτησαν τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα αναγκαστούν να διαγράψουν τοξικό ενεργητικό αξίας 750 δισ. δολαρίων μέχρι το επόμενο έτος. «Πιστεύουμε ότι υπάρχουν θέματα μεθοδολογίας, που θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε με το ΔΝΤ», είπε χαρακτηριστικά ο διοικητής της ΕΚΤ, Ζαν-Κλοντ Τρισέ.
Την ίδια στιγμή, ο Ευρωπαίος επίτροπος για Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Χοακίν Αλμούνια, δήλωσε ότι η Ε.Ε. σχεδιάζει φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στο χρηματοοικονομικό τομέα φέτος, για να καλύψει τα κενά που οδήγησαν στη σημερινή κρίση.
Παγκόσμια Τράπεζα
Η Παγκόσμια Τράπεζα ανακοίνωσε, προχθές, ότι θα αυξήσει στα 55 δισ. δολάρια τη χρηματοδότησή της για έργα υποδομής σε φτωχές χώρες που πλήττονται από την παγκόσμια ύφεση και για την οποία όμως δεν ευθύνονται.
Σύμφωνα με την τράπεζα, το τριετές επενδυτικό σχέδιο έχει στόχο να αντισταθμίσει τη δραματική μείωση που παρουσιάζει η βοήθεια εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα, δεδομένου ότι πολλοί επενδυτές απέσυραν ταχύτατα τα κεφάλαιά τους από πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Η Παγκόσμια Τράπεζα θα προσφέρει 45 δισ. δολάρια την επόμενη τριετία, ενώ άλλα 10 δισ. δολάρια θα διατεθούν μέσω της ιδιωτικής υπηρεσίας επενδύσεων της τράπεζας.