Ώρα με την ώρα η Λιβύη βυθίζεται στο χάος με την αξιόπιστη πληροφόρηση για το ό, τι συμβαίνει στην χώρα να εξελίσσεται σε δύσκολο εγχείρημα. Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες από το BBC και τις βρετανικές υπηρεσίες, ο Μουαμάρ Καντάφι φαίνεται να έχει απολέσει τους παραδοσιακούς πυλώνες που στηρίζουν την εξουσία, δηλαδή του φυλάρχους.
Οι Αρχές φαίνεται επίσης πώς έχουν απολέσει τον έλεγχο στα ανατολικά της χώρας, μία κατάσταση που αναζωπυρώνει την παραδοσιακή αντιπαλότητα μεταξύ δυτικών και ανατολικών φυλών στην χώρα αυτή της ερήμου.
Το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA, μετέδωσε αργά το απόγευμα πως οι αεροπορικές βάσεις της Ιταλίας τέθηκαν σε κόκκινο συναγερμό ενώ το τηλεοπτικό δίκτυο, Αλ Τζαζίρα, μετέδιδε πώς πολεμικά αεροσκάφη της Λιβύης πολυβόλησαν διαδηλωτές στην πρωτεύουσα Τρίπολη.
«Είμαι ακόμα εδώ»
Λίγο μετά τις 02:00 τα ξημερώματα (ώρα Ελλάδας) ο Λίβυος ηγέτης Μουαμάρ Αλ Καντάφι εμφανίστηκε στην Κρατική τηλεόραση και ξεκαθάρισε ότι βρίσκεται ακόμα στη Λιβύη, διαψεύδοντας τον υπουργό εξωτερικών της Βρετανίας, William Hague, που είχε ανακοινώσει ότι ο Καντάφι βρίσκεται καθ' οδόν για το Καράκας.
«Βρίσκομαι στην Τρίπολη και όχι στη Βενεζουέλα» τόνισε. Παράλληλα υποστήριξε ότι όλα αυτά που ακούγονται για τον ίδιο ότι έχει εγκαταλείψει τη Λιβύη, είναι «κακόβουλες φήμες».
«Δεν είμαι ούτε στη Γαλλία, ούτε στη Βενεζουέλα. Είμαι ακόμα εδώ, έτοιμος να πολεμήσω» είπε αποφασιστικά.
Οι δηλώσεις του πραγματοποιήθηκαν έξω από ένα γκρεμισμένο κτίριο τη στιγμή που ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί σε ένα αυτοκίνητο.
Νωρίτερα υπήρχε η έντονη φημολογία ότι ο επί 42 χρόνια ηγέτης της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι, είχε εγκαταλείψει την πρωτεύουσα Τρίπολη, εν μέσω σκληρών μαχών και πρωτοφανούς αιματοχυσίας, καθώς πιστές σε αυτόν δυνάμεις αντιμετώπισαν με αληθινά πυρά και σύμφωνα με μαρτυρία πολιτικού ακτιβιστή και με αεροπορικό βομβαρδισμό, τους διαδηλωτές, είχαν σκορπίσει σύγχυση στη διεθνή κοινότητα.
Τέλος να σημειωθεί ότι το βράδυ της Δευτέρας μία ομάδα υψηλόβαθμων βαθμοφόρων του Λιβυκού στρατού κάλεσαν τους συναδέλφους τους να συμμαχήσουν με το λαό και να εκδιώξουν τον Καντάφι.
Βρετανικές πηγές και πάλι ανάφεραν αργά το απόγευμα της Δευτέρας πώς ο συνταγματάρχης Καντάφι αναχώρησε από την κατοικία του πιθανώς για την Σύρτη που είναι και η γενέτειρα του, ίσως όμως και για την βάση του βαθιά εντός της Ερήμου. Ο Μουαμάρ Καντάφι κατέφευγε πάντα σε αυτήν την περιοχή όταν αντιμετώπιζε κάποιο σοβαρό πρόβλημα.
Πληροφορίες από την Μάλτα ανέφεραν την προσγείωση δύο πολεμικών αεροσκαφών τη Λιβύης στο διεθνές αεροδρόμιο της Βαλέτα καθώς και δύο ελικοπτέρων με επιβάτες. Περισσότερες λεπτομέρειες για το συμβάν δεν μεταδίδονται από τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο πρέσβης της Λιβύης στην Ινδία, καθώς και ο εκπρόσωπος της Λιβύης στον Αραβικό Σύνδεσμο αυτομόλησαν διαμαρτυρόμενοι για την βίαια καταστολή των διαδηλώσεων. Ανεπιβεβαίωτη πληροφορία από την Τρίπολη ανέφερε πώς ο αρχηγός του στρατού τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό.
Το διάγγελμα του υιού
Με το δάκτυλο υψωμένο απειλητικά ο γιός του Μουαμάρ Καντάφι προειδοποίησε τους εξεγερμένους Λίβυους πώς έχουν να διαλέξουν μεταξύ του χάους και του πατέρα του. Δυτικοί διπλωμάτες ωστόσο στη Λιβύη επιμένουν πώς τελικός αποδέκτης των λεγομένων του Σαΐφ αλ Ισλάμ ήταν η Δύση και οι πετρελαϊκές εταιρείες
«Αν υπάρξει ανατροπή ξεχάστε τα πετρέλαια και το φυσικό αέριο… ξεχάστε όλα», είπε απειλητικά, επικαλούμενος τον κίνδυνο εμφύλιας σύρραξης, σε μία προσπάθεια να τρομοκρατήσει τους συμπατριώτες του οι οποίοι ξεσηκώθηκαν και στην πρωτεύουσα της χώρας ζητώντας την ανατροπή της επί 42 χρόνια απόλυτης κυριαρχίας του συνταγματάρχη Καντάφι. Αργότερα ο γιός του Μουαμάρ Καντάφι φέρεται να δήλωσε πώς το καθεστώς θα αμυνθεί μέχρι και την τελευταία σφαίρα προσθέτοντας, «δεν θα αφήσουμε την Λιβύη στους Τούρκους και τους Ιταλούς», που είναι και οι δύο παραδοσιακοί εχθροί της χώρας αυτής.
Αν και η αξιόπιστη πληροφόρηση από την Λιβύη είναι ένα δημοσιογραφικά δύσκολο εγχείρημα, εν τούτοις, ούτε οι εκατοντάδες νεκροί στους δρόμους μπορούν να αποκρυφτούν ούτε το γεγονός ότι φλέγεται κρατικό κτήριο στην Τρίπολη μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Ακόμη και ο γιός του Καντάφι παρά την εμφανή αλαζονεία του η οποία και αποτυπώθηκε στην οθόνη της κρατικής τηλεόρασης, παραδέχτηκε πώς δύο πόλεις στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τον έλεγχο των εξεγερμένων.
Τι προηγήθηκε
Λίγο μετά τις 14:30 η κυβέρνηση της Πορτογαλίας ανακοίνωσε ότι απέστειλε ένα στρατιωτικό αεροσκάφος στην Τρίπολη, προκειμένου να ξεκινήσουν οι διαδικασίες εκκένωσης των Ευρωπαίων πολιτών από τη Λιβύη. Ο υπουργός Εξωτερικών, Luis Amado, ανέφερε, μάλιστα, ότι στη Βεγγάζη υπάρχουν συνολικά 50 Πορτογάλοι πολίτες.
Εν τω μεταξύ, στις φλόγες παραδόθηκε λίγο μετά τις 11:15 κυβερνητικό κτίριο στην Τρίπολη, όπως μετέδωσε το βρετανικό τηλεοπτικό δίκτυο του BBC, επικαλούμενο το πρακτορείο Reuters. Πυρκαγιά, ωστόσο, εκδηλώθηκε και σε αστυνομικό τμήμα στα ανατολικά προάστια της λιβυκής πρωτεύουσας.
Ταυτόχρονα, εμφανίζονται αναφορές μέσω της ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης Twitter, βάσει των οποίων το κτήριο της κρατικής τηλεόρασης έχει δεχθεί επίθεση από ομάδες διαδηλωτών.
Ο πετρελαϊκός «κολοσσός» της BP ανακοίνωσε νωρίτερα ότι ανακαλεί όλο το προσωπικό που εργάζεται στις εγκαταστάσεις άντλησης πετρελαίου, ενώ την ίδια στιγμή, σύμφωνα με δημοσιογράφο του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP), η Ε.Ε. έδωσε εντολή να αποσυρθούν άμεσα από τη Λιβύη όλοι οι κοινοτικοί υπάλληλοι και να κλείσουν τα γραφεία. Την ίδια στρατηγική με τη BP ακολούθησαν και η Shell, η νορβηγική Statoil αλλά και η αυστριακή OMV.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, συνεχίζονται με αμείωτη ένταση οι βίαιες διαδηλώσεις εναντίον του ηγέτη της χώρας, Muamar Gaddafi, οι οποίες έχουν στοιχίσει, μέχρι στιγμής, τη ζωή σε τουλάχιστον 233 άτομα.
Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι περισσότεροι από 2.300 Τυνήσιοι, που ζούσαν στη Λιβύη, εγκατέλειψαν τα τελευταία εικοσιτετράωρα τις εστίες τους, σε μια προσπάθεια να γλιτώσουν από τις ωμότητες του καθεστώτος.
Cameron: «Απαράδεκτη η κατάσταση στη Λιβύη»
Η κυβέρνηση της Βρετανίας ανακάλεσε συνολικά οκτώ άδειες εξαγωγών προς τη Λιβύη, από τη στιγμή που ξέσπασε η βία στη χώρα, όπως ανακοίνωσε εκπρόσωπος του πρωθυπουργού David Cameron.
Από την πλευρά του, ο Cameron χαρακτήρισε την κατάσταση στη χώρα ως «απαράδεκτη». «Οι διαδηλωτές θέλουν να δουν τη χώρα τους να προοδεύει. Πρόκειται για ένα από τα πιο κλειστά και αυταρχικά καθεστώτα και ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται την όλη κατάσταση μόνο φρικτός θα μπορούσε να χαρακτηριστεί».
Ανησυχία στην Ε.Ε.
Οι εξελίξεις στη Λιβύη έχουν προκαλέσει την έντονη ανησυχία της ευρωπαϊκής διπλωματίας.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας, Carl Bildt, από τις Βρυξέλλες, όπου παρευρίσκεται σε διάσκεψη των Ευρωπαίων ΥΠΕΞ, δήλωσε: «Ξεκαθαρίζουμε τη θέση μας. Είμαστε εξαιρετικά ανήσυχοι με τα τεκταινόμενα στη Λιβύη και καταδικάζουμε απερίφραστα τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων.
Ωστόσο, κοιτάζουμε και πέρα από αυτό που συμβαίνει σήμερα. Είναι μια μακροπρόθεσμη πρόκληση για ανάπτυξη, μεταρρυθμίσεις και οικονομική ανάπτυξη σε ολόκληρο το κομμάτι της Βορείου Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, που θα βρίσκεται για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ψηλά στην ατζέντα της Ένωσης».
Μεταναστευτικό «τσουνάμι» φοβάται η Μάλτα
Η αναταραχή στην Τρίπολη, τη Βεγγάζη αλλά και στις υπόλοιπες πόλεις της Λιβύης επιτείνει τους φόβους της Μάλτας για σφοδρό κύμα μετανάστευσης.
Ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Tonio Borg, σε δηλώσεις του από τις Βρυξέλλες, είπε: «Πιστεύω ότι θα προκληθεί αστάθεια στην περιοχή και ως εκ τούτου θεωρώ ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να εξασφαλίσει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, αλλά και να προλάβει οτιδήποτε δυσάρεστο θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον».
Νέα ρεκόρ για χρυσό, ασήμι και Brent
Η κρίση που έχει ξεσπάσει τόσο στη Βόρειο Αφρική όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής έβαλε «φωτιά» στις τιμές του πετρελαίου Brent της Βόρειας Θάλασσας.
Στα συμβόλαια παράδοσης Απριλίου, η τιμή του Brent άγγιξε τα 105 δολάρια το βαρέλι, ενώ τιμή ρεκόρ κατέγραψε και ο χρυσός, φθάνοντας σε υψηλό επτά μηνών. Συγκεκριμένα, σκαρφάλωσε στα 1.396,1 δολάρια ανά ουγγιά, για να υποχωρήσει λίγο αργότερα στα 1.395,9 δολάρια ανά ουγγιά.
Την ίδια στιγμή, το ασήμι άγγιζε τα 33,18 δολάρια ανά ουγγιά, τη μεγαλύτερη τιμή κατά τα τελευταία 31 χρόνια, με τους οικονομικούς αναλυτές να εκφράζουν φόβους ότι θα αυξηθεί περαιτέρω.