Σε σφοδρές μάχες με αντάρτες ενεπλάκησαν τη νύχτα του Σαββάτου δυνάμεις πιστές στο Λίβυο ηγέτη Μουάμαρ Καντάφι στη Ζαουίγια, πόλη όπου υπάρχουν διυλιστήρια πετρελαίου, δυτικά της Τρίπολης, σύμφωνα με έναν κάτοικό της.
Τουλάχιστον 50 άμαχοι σκοτώθηκαν και ισάριθμοι τραυματίστηκαν σοβαρά από τις συγκρούσεις στην πόλη, περίπου 50 χλμ. από την πρωτεύουσα, είπε ο κάτοικος, που έδωσε μόνο το μικρό του όνομα (Ιμπραχίμ).
Ο 45χρονος Λίβυος μιλώντας τηλεφωνικά από τη Ζαουίγια είπε ότι μια «δύναμη μισθοφόρων» χρησιμοποίησε βαρύ πυροβολικό για να πλήξει την Πλατεία των Μαρτύρων και αιχμαλώτισε τουλάχιστον 30 άμαχους, που μετέφερε σε άγνωστη τοποθεσία. «Τα πυροβόλα είχαν τοποθετηθεί πάνω σε τετρακινητήρια οχήματα και άνοιξαν πυρ αδιακρίτως εναντίον όσων βρίσκονταν στην πλατεία. Νέοι, παιδιά, γέροι και γυναίκες σκοτώθηκαν. Μέτρησα τις απώλειες», είπε.
Οι νεκροί μεταξύ των αμάχων είναι από 50 ως 60, είπε. «Ορισμένοι έθαψαν συγγενείς τους στην πλατεία, άλλοι τους έθαψαν στο νεκροταφείο της πόλης. Περίπου 50 είναι πολύ σοβαρά τραυματισμένοι, πολλοί από αυτούς μπορεί να μην τα καταφέρουν», πρόσθεσε. «Εκείνοι (σ.σ. οι ένοπλοι που δρουν για λογαριασμό της κυβέρνησης Καντάφι) μετέφεραν τουλάχιστον 30 κυρίως νέους άνδρες, από 17 ως 35 χρονών, σε άγνωστη τοποθεσία», είπε επίσης. Η μαρτυρία δεν μπορεί ωστόσο να επιβεβαιωθεί.
Αυτόπτες μάρτυρες έχουν δηλώσει ότι η Ζαουίγια είναι υπό τον έλεγχο των εξεγερμένων αλλά στα προάστιά της βρίσκονται δυνάμεις που πρόσκεινται στην κυβέρνηση. Οι πληροφορίες αυτές παραμένουν ανεπιβεβαίωτες.
Με τον Μουαμάρ Καντάφι να έχει χάσει τον έλεγχο των ανατολικών επαρχιών, ο έλεγχος της δύσης και της πρωτεύουσας θα κρίνει το μέλλον του καθεστώτος.
Οι Λίβυοι τελωνειακοί εγκατέλειψαν τον κυριότερο μεθοριακό σταθμό μεταξύ Λιβύης και Τυνησίας, στο Ρας Τζεντίρ, όμως στρατιωτικοί και αστυνομικοί που παραμένουν πιστοί στο Λίβυο ηγέτη Μουάμαρ Καντάφι βρίσκονται ακόμη εκεί, ανέφεραν την Κυριακή τοπικοί αξιωματούχοι. «Εδώ και δύο ημέρες δεν υπάρχουν τελωνειακοί στο Ρας Τζεντίρ, παρά μόνο ο στρατός και η αστυνομία», ανέφερε ένας μάρτυρας που ζήτησε να τηρηθεί η ανωνυμία του.
«Κατά τα φαινόμενα κάτι παρόμοιο γίνεται και στην Νταχίμπα (το δεύτερο συνοριακό φυλάκιο, νοτιότερα). Τα διαβατήρια δεν σφραγίζονται αλλά οι άνθρωποι λένε ότι υπάρχουν ελεύθεροι σκοπευτές στις στέγες, όπως στο Ρας Τζεντίρ», είπε από την πλευρά του ο πρόεδρος της τοπικής επιτροπής της Ερυθράς Ημισελήνου, Μόντζι Σλιμ.
Παράλληλα, ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης της Λιβύης, ο οποίος παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενος για τη βίαιη καταστολή της εξέγερσης από το καθεστώς, μελετά το ενδεχόμενο να σχηματίσει μεταβατική κυβέρνηση, η οποία θα αναλάβει να οργανώσει εκλογές στη χώρα. Ο Μουστάφα Άμπντελ Τζαλίλ δήλωσε στο κανάλι Αλ Τζαζίρα ότι η απόφαση σχηματισμού μιας τέτοιας κυβέρνησης ελήφθη «από μέλη των τοπικών συμβουλίων των ανατολικών περιοχών» της Λιβύης.
Η εν λόγω κυβέρνηση θα περιλαμβάνει στις τάξεις της στρατιωτικούς και πολίτες και θα λειτουργήσει «το ανώτατο» για τρεις μήνες. «Στη συνέχεια θα γίνουν δίκαιες εκλογές και οι άνθρωποι θα μπορούν να επιλέξουν τον ηγέτη τους», διευκρίνισε. Ο Άμπντελ Τζαλίλ παραιτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου από υπουργός Δικαιοσύνης «σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την υπερβολική χρήση βίας» κατά των διαδηλωτών. Έκανε τις δηλώσεις αυτές από την πόλη Αλ Μπάιντα, ανατολικά της Βεγγάζης, που είναι στο επίκεντρο της εξέγερσης κατά του καθεστώτος του Μουάμαρ Καντάφι. Ο πρώην υπουργός απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο να διαπραγματευτεί με τον Καντάφι προκειμένου να του επιτρέψει να φύγει από τη χώρα, τονίζοντας ότι ο Λίβυος ηγέτης θα πρέπει να δικαστεί στη Λιβύη.
Την ίδια ώρα, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με αποφάσή του αργά το βράδυ του Σαββάτου επέβαλε αυστηρές κυρώσεις στον Λίβυο ηγέτη, μέλη της οικογένειάς του και στελέχη του στενού του κύκλου, αλλά και ταξιδιωτικές απαγορεύσεις. Κυρώσεις στον Καντάφι επέβαλε και η κυβέρνηση της Αυστραλίας. Παράλληλα και οι ΗΠΑ εντείνουν την πίεσή τους προς τον Λίβυο ηγέτη. «Πρέπει να φύγει χωρίς άλλη αιματοχυσία και βία», τόνισε η Χίλαρι Κλίντον.
Από τη μεριά της, η βρετανική κυβέρνηση ανακάλεσε τη διπλωματική ασυλία του Λίβυου ηγέτη Μουάμαρ Καντάφι και των γιων του, όπως δήλωσε την Κυριακή ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Ουίλιαμ Χέιγκ, ο οποίος προέτρεψε τον Καντάφι να παραιτηθεί. «Φυσικά και έχει έρθει η ώρα να φύγει ο συνταγματάρχης Καντάφι», δήλωσε ο Χέιγκ σε συνέντευξή του στο BBC.
«Αυτή είναι η καλύτερη ελπίδα για τη Λιβύη και χθες (26/2) το βράδυ υπέγραψα ένα διάταγμα με το οποίο ανακαλείται η διπλωματική του ασυλία (του Καντάφι) στη Βρετανία, αλλά και η διπλωματική ασυλία των γιων του, της οικογένειάς του, των οικείων του, οπότε είναι απολύτως ξεκάθαρη η θέση μας όσον αφορά την κατάστασή του ως αρχηγός κράτους», πρόσθεσε.