Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

Κύμα οργής στην κοινωνία για τους ....χλίχληδες που έγιναν ....χλιδάτοι

Με μεθόδους επικοινωνιακής τακτικής, Μαξίμου και Ρηγίλλης επιχειρούν να αντιστρέψουν το κύμα οργής στην κοινωνία, αλλά και να θέσουν τις προϋποθέσεις για την εκκαθάριση των εσωτερικών τους εκκρεμοτήτων.

Μετά τη διπλή θεαματική «θυσία» των Τσουκάτου και Μαντέλη και, προφανώς δυνητικά, τη δαντικού τύπου «κάθαρση» με την πολιτική εκμηδένιση του σκληρού σημιτικού «πυρήνα», ο Αντώνης Σαμαράς «θυσίασε» με τη σειρά του τις «Ιφιγένειες» Ρουσόπουλο και Βουλγαράκη, που αποτελούν την πρώτη φάση του δικού του πολέμου εναντίον του καραμανλικού μπλοκ.

Ο Γιώργος Παπανδρέου, έχοντας τοποθετήσει εκτός παιδιάς το «βαθύ ΠΑΣΟΚ», εκτέλεσε την πρώτη φάση της δικής του εσωτερικής εκκαθάρισης. Ο Αντώνης Σαμαράς, θέτοντας εκτός κόμματος την Ντόρα Μπακογιάννη, είχε εκτελέσει με τη σειρά του τη δική του πρώτη φάση. Η οργή της κοινωνίας και τα οικονομικά αδιέξοδα διευκολύνουν τώρα την ολοκλήρωση των ανατροπών στις εσωτερικές ισορροπίες των δύο κομμάτων εξουσίας.

Υπ’ αυτή την έννοια, ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης συμπίπτουν ως προς τους πολιτικούς τους στόχους, την ώρα, μάλιστα, που η Αριστερά και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται να χάνουν το παιγνίδι της πολιτικής επιβίωσης, όπως το ξέραμε.

Όμως, τόσο στο Μαξίμου όσο και στη Ρηγίλλης, κανείς δεν παραβλέπει πως οι «ανθρωποθυσίες», απολύτως απαραίτητες για την επιβίωση του συστήματος, απλά προσφέρουν κάποια περιθώρια χρόνου για πολιτικούς ελιγμούς, αλλά όχι λύσεις στο πρόβλημα.

Τα «καμένα» χαρτιά

Η κοινωνία, εδώ και μήνες, έχει προεξοφλήσει την ενοχή των Μαντέλη, Τσουκάτου, Ρουσόπουλου και Βουλγαράκη. Όπως έχει προεξοφλήσει και την ενοχή άλλων, ακόμη σπουδαιότερων πολιτικών παραγόντων, όπως των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, των υπουργών παραγωγικών υπουργείων, αλλά και των ίδιων των πρωθυπουργών της περιόδου 1996-2009.

Η επιστολή του Κώστα Σημίτη, δια της οποίας εκφράζει την οργή του για τις ενέργειες του Τάσου Μαντέλη, προδίδει πανικό και ανασφάλεια. Πανικό και ανασφάλεια προδίδει και η συστηματική άρνηση του Κώστα Καραμανλή να «μιλήσει» δημόσια για τις κατηγορίες που του προσάπτει η κοινωνία.

Υπ’ αυτή την έννοια, το επικοινωνιακό «γαϊτανάκι» δεν μπορεί να περιοριστεί στην εκκαθάριση πρώην στελεχών, που -στην πράξη- έχουν τεθεί εκτός παιγνιδιού εδώ και αρκετό καιρό. Ποιος αγνοεί –άραγε- πως ο Ρουσόπουλος ή ο Βουλγαράκης δεν είχαν από το περασμένο καλοκαίρι πολιτικό μέλλον. Και ποιος δεν ήξερε πως ο Θόδωρος Τσουκάτος και ο Τάσος Μαντέλης δεν θα ξαναέβλεπαν, ούτε από μακριά, το κτίριο της Βουλής, πόσω δε μάλλον τα πρωθυπουργικά γραφεία.

Το ζήτημα, ως εκ τούτου, τίθεται ως εξής. Κατά πόσο είναι διατεθειμένες οι πολιτικές ηγεσίες των δύο κομμάτων εξουσίας να διακόψουν πάραυτα την όποια πολιτική και ιδεολογική συγγένεια με την περίοδο 1996 – 2009.

Τα πράγματα δείχνουν πως η σημερινή σύνθεση στο Μαξίμου έχει περισσότερη άνεση ελιγμών και άρα επιλογής «αμνών» προς σφαγή. Στη Ρηγίλλης επιβιώνει ακόμη ως ισχυρή ομάδα η πλευρά των καραμανλικών. Η πείρα, όμως, κατέδειξε πως οι αριθμοί είναι σχετικοί. Η Ντόρα Μπακογιάννη απέμεινε με τέσσερις πιστούς βουλευτές -ενδεχομένως και έξι- ένας εκ των οποίων πιθανότητα να οδηγηθεί σε προανακριτή ή και σε Ειδικό Δικαστήριο. Κάποτε οι αναλυτές της έδιναν ένα 30% επιρροή στην κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας.

Αν, λοιπόν, ο πολιτικός σχεδιασμός του Αντώνη Σαμαρά προσανατολίζεται στη συρρίκνωση του καραμανλικού μπλοκ, τότε οι σταδιακές απομακρύνσεις, όχι πάντα με επικοινωνιακό θόρυβο αλλά σιωπηλά, ενδεχομένως να οδηγήσουν σε πλήρη αποστέωση του πυρήνα του Κώστα Καραμανλή. Τι μένει, ωστόσο, σε ένα κόμμα που από την επόμενη εβδομάδα θα αντιμετωπίσει με τη σειρά του την αλληλουχία αποκαλύψεων για τα δικά του παιδιά. Εκείνους που φλέρταραν με τους Γερμανούς και εκείνους, τους αντίστοιχους Τσουκάτους, που γέμιζαν με τις βαλίτσες τα μάρκα, τα κομματικά ταμεία. Ωστόσο, παραμένει ανοικτό το Βατοπέδι με άλλες υποψήφιες «Ιφιγένειες», τους Μπασιάκους και τους Κοντούς, τον Πέτρο Δούκα και τους υπόλοιπους.

Οι περιφερειακές και δημοτικές εκλογές του φθινοπώρου θα διεξαχθούν σε κλίμα επικοινωνιακής δικομανίας, διότι απλά αυτό θα είναι το άλλοθι των κομματικών ηγεσιών, ώστε να κατευναστεί η οργή της κοινωνίας. Οι αναλυτές, ήδη, επισημαίνουν πως αυτή η προοπτική δεν θα είναι αρκετή, για να διακόψει τον ρυθμό απαξίωσης του πολιτικού συστήματος. Το άλλοθι των «ανθρωποθυσιών» δεν θα είναι αρκετό για να αναπληρώσει τις απώλειες στην τσέπη των πολιτών. Είναι ηλίου φαεινότερο, λοιπόν, πως στους επόμενους έξι μήνες θα επιχειρηθούν κινήσεις και θα αναληφθούν πρωτοβουλίες, που θα απαιτούν αλλαγή σκηνικού. Αν όχι την ανατροπή του, όπως, τουλάχιστον, το ξέρουμε.