H χορτοφαγία δεν είναι μόδα αλλά τρόπος ζωής, και μάλιστα ένας από τους καλύτερους για την προστασία του πλανήτη. Ολοένα και περισσότεροι ειδήμονες στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, όπως ο βρετανός οικονομολόγος λόρδος Στερν Μπρέντφορντ, αλλά και διεθνείς αστέρες, όπως ο Πολ Μακάρτνι, τάσσονται υπέρ της σταδιακής μείωσης ή ακόμη και της εξάλειψης της κατανάλωσης κρέατος, τονίζοντας ότι οι προσωπικές διατροφικές επιλογές του καθενός αποδεδειγμένα επηρεάζουν το λεγόμενο «ενεργειακό του αποτύπωμα» όσο και οι επιλογές του όσον αφορά τις μετακινήσεις του.
Ακόμη και οι πλέον φανατικοί της κρεατοφαγίας αδυνατούν να αρνηθούν τα στοιχεία που συγκλίνουν υπέρ της άποψης ότι η σωτηρία της Γης και η αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής περνούν και από τον περιορισμό της κτηνοτροφίας. Με δεδομένο ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται και μαζί με αυτόν και η κατανάλωση κρέατος, έκθεση της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας (FΑΟ) του Οργανισμoύ Ηνωμένων Εθνών προειδοποιεί ότι αν δεν ληφθούν μέτρα η κατανάλωση κρέατος θα διπλασιαστεί ως το 2050, με καταστροφικές συνέπειες για το κλίμα και το περιβάλλον. Μέσω της κτηνοτροφίας παράγονται τεράστιες ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου, μεταξύ των οποίων το 37% των συνολικών εκπομπών μεθανίου (από τις... εντερικές αποφράξεις των βοοειδών!), ενός αερίου κατά 23% πιο επιβαρυντικού από το διοξείδιο του άνθρακα (CΟ2), το 65% των συνολικών εκπομπών νιτρωδών οξειδίων, αλλά και το 65% των συνολικών εκπομπών αμμωνίας.
Πρόκειται συνεπώς για μια ανθρώπινη δραστηριότητα περισσότερο επιβαρυντική για το περιβάλλον από ό,τι όλες οι μετακινήσεις με αυτοκίνητα, τρένα και αεροπλάνα μαζί. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα αέρια του θερμοκηπίου που εκλύονται για την παραγωγή της ποσότητας βοδινού κρέατος την οποία καταναλώνει ετησίως ένας μέσος Αμερικανός ισοδυναμούν με εκείνα που θα εκλύονταν αν οδηγούσε κανείς ένα μέσο αυτοκίνητο βάρους ενάμιση τόνου για περίπου 30.000 χιλιόμετρα. Πέρα από τα αέρια του θερμοκηπίου όμως, η παραγωγή κρέατος απαιτεί μεγάλες εκτάσεις γης, οι οποίες αν παρέμεναν «πράσινες» θα μείωναν σημαντικά το CΟ2 της ατμόσφαιρας, και σημαντικές ποσότητες ορυκτών καυσίμων για λιπάσματα, επεξεργασία του κρέατος και τη μεταφορά του, δημιουργώντας μια αλληλουχία ενεργειών που ενισχύουν τον φαύλο κύκλο της μόλυνσης. Παράλληλα εκτιμάται ότι οι ενεργειακές πηγές που καταναλώνονται για την παραγωγή ζωικής πρωτεΐνης ικανής να θρέψει έναν κρεατοφάγο θα αρκούσαν για να χορτάσουν δέκα χορτοφάγοι. Συνεπώς μια ριζική αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες του πληθυσμού της Γης θα βοηθούσε σημαντικά τον πλανήτη να συντηρήσει στο μέλλον έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων.
Παρ΄ όλα αυτά, πρόσφατη έρευνα του βρετανικού πανεπιστημίου του Κράνφιλντ για λογαριασμό της μη κυβερνητικής οργάνωσης Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF) απέδειξε ότι τα επεξεργασμένα φυτικά προϊόντα, όπως το τόφου, που καταναλώνονται ως υποκατάστατα ενός κρεατοφαγικού γεύματος, απαιτούν μεγάλες ποσότητες ενέργειας για την παραγωγή τους και μπορεί να αποδειχθούν εξίσου βλαπτικά για το περιβάλλον με μια μπριζόλα. Οι ερευνητές συνεπώς συνιστούν την κατανάλωση τροφίμων με τη λιγότερη δυνατή επεξεργασία και τα οποία παράγονται με τρόπο όσο το δυνατόν φιλικότερο προς το περιβάλλον.