Ελεεινολογούμε και δικαίως τους πολιτικούς, ότι άφησαν την Ελλάδα χωρίς ευρώ στη μεγάλη κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι Ελληνες επιχειρηματίες, όμως, είναι καλύτεροι; Σύμφωνα με έρευνα του ΕΒΕΑ το 86% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας. Προσοχή! Δεν μιλάμε για νέες επενδύσεις που ακυρώνονται λόγω της κρίσης, αλλά για την καθημερινή τους λειτουργία. Το 86% των ελληνικών επιχειρήσεων δεν προετοιμάστηκαν για την κρίση και κάποιες από αυτές κλείνουν.
Η ελληνική επιχειρηματικότητα είναι ένας ακόμη μεγάλος ασθενής της οικονομικής μας πραγματικότητας. Λογικό: Διαμορφώθηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του στρεβλού μοντέλου που κυριάρχησε στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο. Οταν έχεις ένα μεγάλο κράτος που ρυθμίζει τα πάντα, χρηματοδοτεί τα πάντα, εξασφαλίζει τα πάντα, οι επιχειρηματίες που θα επιζήσουν δεν είναι αυτοί που καινοτομούν, αλλά αυτοί που τακτοποιούνται εντός του συγκεκριμένου μοντέλου. Ετσι κι αλλιώς, σε ένα ανελεύθερο οικονομικό σύστημα κάθε καινοτομία είναι ύποπτη και κατά κανόνα τιμωρείται.
Το χειρότερο είναι ότι ο κρατισμός έχει μπολιάσει τόσο πολύ τη σκέψη όλων μας, ακόμη και των επιχειρηματιών. Δεν είναι τυχαίο ότι το ΕΒΕΑ αναφέρει στην τελευταία του ανακοίνωση ότι «σκόπιμο θα ήταν να επιλεγούν και να γνωστοποιηθούν ευρύτερα οι πέντε πιο δυναμικοί κλάδοι για την ανάπτυξη της χώρας με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και τη διεθνή ζήτηση και να θεσπισθεί ειδικό πρόσθετο “bonus”, πέραν των λοιπών δικαιούμενων ενισχύσεων, για τα βιώσιμα εξωστρεφή επενδυτικά σχέδια στους τομείς αυτούς». Να επιλεγούν (!) οι πέντε πιο δυναμικοί κλάδοι της οικονομίας; Από ποιον; Αντί δηλαδή οι ίδιοι επιχειρηματίες να φτιάξουν δέκα δυναμικούς κλάδους της οικονομίας, ζητούν από το κράτος να ορίσει πέντε πρωταθλητές και να δώσει και το σχετικό «μπαχτσίσι», που στη σύγχρονη ορολογία ονομάζεται bonus. Και με ποια κριτήρια θα επιλεγούν αυτοί; Γενικώς η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα θεωρεί ανάπτυξη δύο πράγματα: κίνητρα και φοροαπαλλαγές ή αντιθέτως φοροαπαλλαγές και κίνητρα.
Ενα από τα πάγια αιτήματα είναι η μείωση των συντελεστών των διανεμόμενων κερδών, έτσι ώστε να υπάρξει κίνητρο για περαιτέρω επενδύσεις. Αυτό θεωρητικά είναι σωστό. Στην πράξη όμως δεν δούλεψε. Την περίοδο 2004 - 2009 τα μερίσματα φορολογήθηκαν ξεχωριστά από τα υπόλοιπα εισοδήματα και με τον πενιχρό συντελεστή 10%. Ταυτόχρονα όμως μειώθηκαν και οι ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα από το 20,1% του ΑΕΠ το 2003 στο 16,4% το 2008. Αλλά είναι και άδικο. Είναι λογική η χαμηλή φορολογία των αδιανέμητων κερδών που κατά κανόνα γίνονται επενδύσεις, αλλά με ποιο δίκαιο νομιμοποιείται η διαφορετική μεταχείριση προσωπικών εισοδημάτων, αναλόγως της πηγής; Με βάση τις πιθανές προθέσεις των φορολογικών υποκειμένων; Και οι μισθωτοί τα επιπλέον χρήματα σε τράπεζες τα βάζουν και επενδύσεις θα γίνουν. Γιατί να μην χαίρουν των ιδίων φοροαπαλλαγών;
Το αίτημα εδράζεται σε μια σοφιστεία που κυκλοφορεί πολύ και πείθει. Τα κέρδη φορολογούνται μία φορά ως κέρδη επιχειρήσεων και μία φορά ως μερίσματα, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει πολύ ο συντελεστής. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά το ίδιο ισχύει και για τις φοροαπαλλαγές. Οι επιχειρήσεις έχουν δικαίως πολλές φοροαπαλλαγές και σ’ αυτές προστίθενται εκείνες των φυσικών προσώπων. Πώς θα γίνει δηλαδή; Στους φόρους μαζί και στις φοροαπαλλαγές χώρια;
Χρειάζεται να αρθούν πολλά αντικίνητρα για να γίνουν νέες επενδύσεις στην Ελλάδα. Υπάρχει γραφειοκρατία, οι κανόνες αλλάζουν διαρκώς, υποβόσκει κοινωνική εχθρότητα στην επιχειρηματικότητα κ.λπ. Αυτά είναι στοιχήματα που η χώρα πρέπει να κερδίσει. Αλλά είναι πολλά αυτά που πρέπει να κάνουν και οι επιχειρηματίες. Να βγάλουν κανένα προϊόν που να μπει στα ράφια των ξένων σούπερ μάρκετ, γιατί και η ανταγωνιστικότητα την περίοδο των χαμηλών συντελεστών καταβαραθρώθηκε.