Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Τι αλλάζει σε αστικές συγκοινωνίες, Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και ταξί

Η εξυγίανση των αστικών συγκοινωνιών μέσα από αυξήσεις εισιτηρίων, ανατροπές εργασιακών σχέσεων και σχεδιασμό νέου δικτύου, η αναδιάρθρωση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας με την κατάργηση του μονοπωλίου της αγοράς παροχής υπηρεσιών επίγειας εξυπηρέτησης σε όλους τους ελληνικούς αερολιμένες και το «άνοιγμα» του κλάδου των ταξί με τη χορήγηση αδειών για λιμουζίνες, μίνι βαν και ταξί 5 έως 9 θέσεων αποτελούν τη «βαριά» ατζέντα της ηγεσίας του υπουργείου Υποδομών - Μεταφορών και Δικτύων. Και τα τρία σχετικά νομοσχέδια βρίσκονται υπό σύνταξη και αναμένεται να κατατεθούν μέχρι τις αρχές του 2011 στη Βουλή, ενώ έχουν ήδη προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις των εργαζομένων.

Οι εργαζόμενοι στις αστικές συγκοινωνίες βρίσκονται σε ετοιμότητα και μέσα στις επόμενες ημέρες αναμένεται να εντατικοποιήσουν τις κινητοποιήσεις τους με νέες στάσεις εργασίας και 24ωρες απεργίες.

Οι Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας προσανατολίζονται σε νέες απεργίες μετά την ακύρωση της 24ωρης απεργίας της περασμένης Κυριακής, μια και το δικαστήριο την έκρινε παράνομη και καταχρηστική, ενώ και οι αυτοκινητιστές ταξί δηλώνουν ότι η χορήγηση αδειών ταξί πολλών θέσεων θα μειώσει ακόμα περισσότερο το ήδη μειωμένο έργο τους, που εξαιτίας της οικονομικής κρίσης σε πολλές περιπτώσεις αγγίζει και το 40%. Από την πλευρά τους, στελέχη του υπουργείου Υποδομών χαρακτηρίζουν «μονόδρομο» την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και στις τρεις περιπτώσεις, ενώ δίνεται προτεραιότητα στο νομοσχέδιο της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας.

Αστικές Συγκοινωνίες
Αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο εισόδου ιδιώτη στη διαχείριση του κομίστρου, η ηγεσία του υπουργείου Υποδομών προωθεί την κατάρτιση νομοσχεδίου για τις αστικές συγκοινωνίες, με στόχο να μειώσουν το ετήσιο έλλειμμα, αλλά και να διαγράψουν τις συνολικές ζημιές των φορέων που ξεπερνούν τα 3,2 δισ. ευρώ.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το σχέδιο, εξετάζεται σχέδιο εισόδου ιδιωτών μέσω συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στο σύστημα ελέγχου των εισιτηρίων κυρίως σε λεωφορεία και τρόλεϊ, προκειμένου να παταχθεί το φαινόμενο της λαθρεπιβίβασης στα μέσα, το οποίο δημιουργεί «μαύρη τρύπα» ύψους 40 εκατ. ευρώ ετησίως, καθώς τα ποσοστά της κυμαίνονται μεταξύ 20%-25%, με εξαίρεση το μετρό (5%).

Υπολογίζεται μάλιστα ότι η μείωση της λαθρεπιβίβασης στα λεωφορεία στο μισό, δηλαδή 20% θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση του ετήσιου ελλείμματος κατά 36 εκατομμύρια ευρώ, ενώ αντίστοιχη μείωση στο 10% για τα τρόλεϊ θα προσέθετε έσοδα 25,6 εκατ. ευρώ.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο εξετάζεται η είσοδος ιδιωτών, προκειμένου να προχωρήσει το ηλεκτρονικό σύστημα της αυτόματης συλλογής κομίστρου. Ουσιαστικά σχεδιάζεται να δίνεται μπόνους ανάλογο με την επίδοση του συστήματος στην αύξηση των εσόδων από τον εντοπισμό των λαθρεπιβατών. Τα ΣΔΙΤ μελετώνται για την περίπτωση λεωφορείων και τρόλεϊ, καθώς στα μέσα σταθερής τροχιάς το κλειστό σύστημα των σταθμών επιτρέπει καλύτερο έλεγχο.

Εργαζόμενοι
Παράλληλα προβλέπεται διάθεση εργαζομένων από τη μία συγκοινωνιακή εταιρεία σε άλλη, σταδιακή εξομοίωση μισθών και κανονισμών προσωπικού, προκειμένου να ολοκληρωθούν οι συγχωνεύσεις μεταξύ των μέσων σταθερής τροχιάς, αλλά και των μπλε λεωφορείων με τα τρόλεϊ, και μετατάξεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Το κυβερνητικό σχέδιο, το οποίο ήδη αποτελεί αντικείμενο επεξεργασίας, περιλαμβάνει βασικές τομές:

Μετατροπή του ΟΑΣΑ σε μητροπολιτικό φορέα συγκοινωνιών, στον οποίο θα υπάγονται όλα τα μέσα συμπεριλαμβανομένων και των ΚΤΕΛ. Ο οργανισμός θα εξακολουθεί να επιδοτεί τις θυγατρικές, αλλά όχι αδιακρίτως, καθώς θα καθιερωθεί σύστημα bonus malus και τα χρήματα θα δίνονται βάσει του προγράμματος, της τακτικότητας των δρομολογίων, της ανάπτυξης του δικτύου και της προόδου των υποδομών.

Συγχώνευση των συγκοινωνιακών εταιρειών σε δύο φορείς, έναν για τα μέσα σταθερής τροχιάς και έναν για λεωφορεία και τρόλεϊ, με στόχο τη μείωση των λειτουργικών εξόδων κατά 10%.

Αύξηση εισιτηρίων που στην αρχή του 2011 αναμένεται να φτάσει το 1,20 ευρώ.

Εφαρμογή των συνδυασμένων μεταφορών. Από το νέο χρόνο θα διακοπούν γραμμές λεωφορείων και τρόλεϊ ειδικά προς το κέντρο της Αθήνας, με στόχο η πλειονότητα όσων παραμείνουν να λειτουργεί συμπληρωματικά στα μέσα σταθερής τροχιάς.

Αλλαγή των εργασιακών σχέσεων και περικοπή επιδομάτων και υπερωριών ώστε η σχέση δευτερευουσών και κύριων απολαβών των απασχολουμένων στις συγκοινωνιακές εταιρείες να φτάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Στόχος είναι οι δευτερεύουσες απολαβές να μην υπερβαίνουν σε καμία περίπτωση το 8% των κύριων.

Τέλος στον δανεισμό με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου για τον ΟΑΣΑ.

Κατάρτιση ετήσιων επιχειρησιακών σχεδίων από τις διοικήσεις των ΕΘΕΛ, ΗΛΠΑΠ, ΗΣΑΠ, Μετρό και Τραμ που θα βρίσκονται σε διαρκή παρακολούθηση.

Εργασιακά
Η κυβέρνηση μελετά πρόταση πλήρους περικοπής των 400 ρεπό των οδηγών λεωφορείων, τα οποία συνυπολογίζονται στις 3.350 καθημερινά εκτελούμενες βάρδιες. Ταυτόχρονα δεν θα ανανεωθεί καμία από τις συμβάσεις των συμβασιούχων που είχαν διοριστεί προεκλογικά στο μετρό και το τραμ. Στόχος είναι να γεφυρωθεί το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των εταιρειών, προκειμένου να μη συνυπάρχουν στις ίδιες εταιρείες εργαζόμενοι δύο ταχυτήτων. Επίσης θα εξορθολογιστούν οι δαπάνες, ώστε οι δευτερεύουσες απολαβές να μην ξεπερνούν το 8% των τακτικών αποδοχών των εργαζομένων.

Το μεγάλο «αγκάθι» των συγχωνεύσεων αφορά τον ΗΣΑΠ (ηλεκτρικός σιδηρόδρομος) και τους εργαζομένους του, οι οποίοι κοστίζουν υπερδιπλάσια ποσά σε σχέση με τους απασχολούμενους σε άλλες συγκοινωνιακές εταιρείες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κατά κεφαλήν ετήσιο κόστος των εργαζομένων στον ΗΣΑΠ φτάνει τα 86.000 ευρώ. Γι’ αυτό και προωθείται η άμεση απορρόφηση του ΗΣΑΠ από την ΑΜΕΛ (εταιρεία λειτουργίας του μετρό), αλλά και η συνταξιοδότηση όσων εργαζομένων έχουν θεμελιώσει σχετικό δικαίωμα.

Ηδη μάλιστα έχουν φτάσει στο υπουργείο Υποδομών προτάσεις τεχνοκρατών για την αποζημίωση των εργαζομένων στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο από τον ΗΣΑΠ και την επαναπρόσληψή τους από την ΑΜΕΛ με χαμηλότερες αμοιβές.

Σύμφωνα με τα στοιχεία για το προσωπικό, στον ΟΑΣΑ δεν υφίσταται πλεονάζον προσωπικό και ως εκ τούτου αν χρειαστούν μετατάξεις θα αφορούν μικρό αριθμό εργαζομένων, οι οποίοι απασχολούνται σε διοικητικές θέσεις.