Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Σχέδιο για την ενίσχυση της δημοσιονομικής πειθαρχίας

Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενέκριναν ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της κοινής δημοσιονομικής πειθαρχίας έπειτα από την ελληνική κρίση, το πιο σημαντικό μετά την έναρξη κυκλοφορίας του ευρώ το 1999, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.

Η έκθεση που συνοψίζει το σύνολο του σχεδίου αυτού "εγκρίθηκε από τους ηγέτες της ΕΕ", δήλωσε μία από τις πηγές.

"Είναι η συγκεφαλαίωση που έγινε από το Χέρμαν βαν Ρόμπεϊ", πρόσθεσε άλλη διπλωματική πηγή.

Το σχέδιο αυτό, που ετοιμαζόταν υπό την εποπτεία του προέδρου της ΕΕ από την περασμένη άνοιξη προκειμένου να σκληρύνει το ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας, αποτέλεσε ήδη αντικείμενο συμφωνίας των ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών την περασμένη εβδομάδα.

Προβλέπει ενισχυμένη επιτήρηση των εθνικών οικονομικών επιλογών, καθώς και νέες κυρώσεις εναντίον των χωρών που είναι υπερβολικά επιεικείς (με το δημοσιονομικό τους έλλειμμα), επεμβαίνοντας πιο γρήγορα απ΄ό,τι στο παρελθόν, ακόμη και αν είναι λιγότερο αυτόματες απ΄ό,τι προβλεπόταν αρχικά.

Για πρώτη φορά, οι κυρώσεις, με τη μορφή δεσμευμένων τραπεζικών καταθέσεων, θα μπορούν να αποφασίζονται για προληπτικούς λόγους, το οποίο σημαίνει πριν ακόμη μια χώρα υπερβεί το ευρωπαϊκό όριο του δημοσιονομικού ελλείμματος, που είναι το 3% του ΑΕΠ, αν για παράδειγμα το έλλειμμα έχει μια πολύ αυξητική τάση.

Οι κυρώσεις θα εφαρμόζονται επίσης στις χώρες που υπερβαίνουν το 3% και, το σημείο αυτό είναι καινούριο, σε εκείνες των οποίων το χρέος υπερβαίνει το 60% και δεν το μειώνουν αρκετά γρήγορα.

Η έκθεση που εγκρίθηκε απόψε αναφέρει επίσης πως οι χώρες της ΕΕ κρίνουν "απαραίτητη" τη δημιουργία ενός "μηχανισμού επίλυσης κρίσεων", που διαιωνίζει με τη μία ή την άλλη μορφή το Ταμείο στήριξης των χωρών του ευρώ που δημιουργήθηκε για τρία χρόνια την άνοιξη, έπειτα από την ελληνική κρίση.

Ωστόσο, θα πρέπει να διεξαχθούν ακόμη δύσκολες συζητήσεις για το θέμα αυτό ανάμεσα στους ευρωπαίους ηγέτες, επειδή η Γερμανία, με την υποστήριξη της Γαλλίας, θέτει ως προϋπόθεση για τη δημιουργία του Ταμείου μία αλλαγή της Συνθήκης της Λισαβόνας, για την οποία οι ηγέτες δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει.