Οι έξι συλληφθέντες, οι οποίοι κατά την Ελληνική Αστυνομία αποτελούν την καρδιά της ένοπλης οργάνωσης «Επαναστατικός Αγώνας», οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα. Η πρώτη φάση της επιχείρησης της Αντιτρομοκρατικής με τον εντοπισμό έξι ατόμων, καθ' όλα γνωστών στην Αστυνομία εδώ και χρόνια, -ορισμένα εξ αυτών, δε, εδώ και δύο δεκαετίες- ολοκληρώθηκε.
Ένας σκληρός δίσκος υπολογιστή με κείμενα προκηρύξεων της οργάνωσης και, κατά την ΕΛ.ΑΣ., με προπλάσματα προκηρύξεων για μελλοντικά χτυπήματα, βιβλία αντιεξουσιαστικού περιεχομένου, αριθμός κινητών τηλεφώνων, ίχνη πυρίτιδας σε ένα από τα σπίτια που ερευνήθηκαν και εκτενής παραφιλολογία από «διαρροές» μέσω των τηλεοπτικών παραθύρων και των ζωντανών συνδέσεων με τις «γιάφκες» συνιστούν το υλικό του κατηγορητηρίου που συνοδεύει τις δικογραφίες.
Δεκαπέντε εισαγγελείς εργάσθηκαν νυχθημερόν επί δύο ημέρες, προκειμένου να επιβλέψουν τις κατ’ οίκον έρευνες, αλλά, προφανώς, και τη σύνταξη των συνοδευτικών εγγράφων προς την Εισαγγελία.
Οι έξι συλληφθέντες, από 30 έως 42 ετών, μεταξύ των οποίων και μία γυναίκα, η σύντροφος του Νίκου Μαζιώτη, είναι γνωστοί στην Αστυνομία εδώ και πολλά χρόνια. Ο ίδιος ο Μαζιώτης ήδη από το 1990. Οι άλλοι, τουλάχιστον από το 1995, από την εποχή της αστυνομικής επιχείρησης στο Πολυτεχνείο. Η Αντιτρομοκρατική εδώ και μήνες τούς παρακολουθούσε. Από διαρροές στελεχών της ΓΑΔΑ και της Κατεχάκη γνωστοποιήθηκε πως η παρακολούθηση εντάθηκε από τις 10 Μαρτίου 2010, μετά δηλαδή τον θάνατο σε ένοπλο επεισόδιο στη Δάφνη του βιολόγου Λάμπρου Φούντα. Η παρακολούθηση ήταν τόσο στενή, ώστε, πάντα σύμφωνα με συγκεκριμένες διοχετεύσεις πληροφοριών από την Αντιτρομοκρατική, να γνωρίζει η ΕΛ.ΑΣ. πως λίγο πριν από τη σύλληψή του, ο ένας εκ των συλληφθέντων έκανε βολές με καλάσνικοφ σε περιοχή του Υμηττού υπό το άγρυπνο βλέμμα των ανδρών των διωκτικών Αρχών.
Την Παρασκευή που μας πέρασε, η περιοχή των Εξαρχείων βοούσε πως επέρχονται συλλήψεις, ενώ, την Κυριακή το βράδυ, άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου που συνεδρίασαν στον χώρο του Πολυτεχνείου ανησυχούσαν για επερχόμενο, δεύτερο κύμα συλλήψεων.
Είναι προφανές εκ των ανωτέρω ότι οι εξελίξεις στο θέμα του «Επαναστατικού Αγώνα», πάντα κατά την Αστυνομία, δεν αποτέλεσαν «κεραυνό εν αιθρία», ούτε για το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ούτε και για τον χώρο των Εξαρχείων. Αντιθέτως, οι «πληροφορίες» έρρεαν από παντού. Ο θάνατος του Λάμπρου Φούντα σε συμπλοκή με αστυνομικούς στη Δάφνη ήταν κομβικό σημείο για την Αντιτρομοκρατική, αφού κατάφερε μέσω των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του νεκρού να προσδιορίσει τον χώρο στον οποίο εκινείτο και άρα να «δέσειν» άτομα του περιβάλλοντος του, τα οποία εν συνεχεία χαρακτηρίστηκαν ως «η καρδιά της ένοπλης οργάνωσης». Η συνέχεια δόθηκε, ως είθισται, στις γυάλινες οθόνες.
Η προσαγωγή, έπειτα η σύλληψη και στο τέλος η μετάβαση στην εισαγγελία των έξι αποτέλεσε το κυρίαρχο θέμα των τηλεοπτικών ενημερωτικών και μη παραγωγών. Η υπόθεση, αν και σε πρώιμο στάδιο της δικαστικής εξέλιξης, έγινε «φύλλο και φτερό» από τις τηλεοπτικές παραγωγές με όλη την παραφιλολογία, τις εκτιμήσεις και, όπως συνηθίζεται, τις υπερβολές που συνεπάγεται η άμεση εξάρτηση του ρεπορτάζ από τις «διαρροές» και τις στενές επαφές με «κύκλους της Αστυνομίας».
Η ίδια η Αστυνομία φέρεται να διαβεβαιώνει πως τουλάχιστον 40 πολίτες συνέδραμαν τις διωκτικές Αρχές στις έρευνές τους τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη φέρεται επίσης να είναι εξαιρετικά ικανοποιημένο από τη «συνεισφορά των πολιτών» στον εντοπισμό στοιχείων που ενοχοποιούν τους έξι συλληφθέντες.
Ακούστε τη ραδιοφωνική συνομιλία του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου με τον «Κάιν», ενεργό άτομο στον αντιεξουσιαστικό χώρο, που σχολιάζει με οργή τον τρόπο παρουσίασης από τις τηλεοπτικές συχνότητες της υπόθεση της σύλληψης των «έξι»:
Η ελίτ της διαφθοράς έξω και οι «μαύροι γάτοι» μέσα
Η παραπάνω λεπτομέρεια περί πληροφοριοδοτών που διοχετεύεται από την ΕΛ.ΑΣ έρχεται να πιστοποιήσει με άκομψο τρόπο την προκλητική ανακολουθία, η οποία και συζητείται έντονα στην κοινωνία από την πρώτη στιγμή που η επικοινωνιακή, αντιτρομοκρατική (;) έκρηξη κυριάρχησε στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, αφήνοντας κατά μέρος τα άλλα ζητήματα της αμέσου και καθ' όλα σημαντικής επικαιρότητας (βλέπε Οικονομία κ.λπ.).
Την ώρα που πληθώρα δημοσιευμάτων εντοπίζουν άτομα της οικονομικής και πολιτικής ελίτ να έχουν εμπλακεί σε συγκεκριμένες παράνομες δραστηριότητες με άρωμα διαφθοράς και ενδείξεις χρηματισμού, (με έμμεσες πλην σαφείς αιχμές από εν ενεργεία πολιτικά πρόσωπα, όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατά προκατόχων του), την ώρα, λοιπόν, που βοά ο τόπος για την ανάγκη «κάποιοι να πληρώσουν το μάρμαρο της διαφθοράς», οι έξι των Εξαρχείων, άτομα γνωστά που για χρόνια αποτελούν αντικείμενο παρακολούθησης της Αστυνομίας, οι «Μαύροι γάτοι» δηλαδή ενός πολιτικού χώρου, συλλαμβάνονται και χρεώνονται με κακουργήματα εξαρχής, χωρίς δισταγμούς ή δεύτερες σκέψεις.
Οι συλληφθέντες είναι προφανώς εχθροί της κοινωνίας, κατά το κατηγορητήριο που τους απευθύνεται. Οι τουλάχιστον 5, πρώην υπουργοί (Τσοχατζόπουλος, Παπαντωνίου, Λιάπης, Χατζηδάκης, Στυλιανίδης), με αποχρώσες ενδείξεις ενοχής και ενοχοποιητικά στοιχεία που χρήζουν άμεσης δικαστικής διερεύνησης, παραμένουν στο απυρόβλητο και κυρίως στο «ακαταδίωκτο» με πρόφαση τον Νόμο περί Ευθύνης Υπουργών.