Πολλοί σοβαροί άνθρωποι είναι εξοργισμένοι με το ΚΚΕ και το ΠΑΜΕ για τον τρόπο που λειτουργούν και σκέπτονται. Ορισμένοι μάλιστα αγανακτούν και φωνάζουν: «Πώς είναι δυνατόν μια μικρή μειοψηφία να μπορεί να μπλοκάρει ένα λιμάνι ή να κλείνει ένα ξενοδοχείο σε μια τέτοια περίοδο κρίσης;».
Μπορεί το ΚΚΕ και η υπόλοιπη Αριστερά να αποτελούν μια μικρή μειοψηφία, φοβούμαι όμως πως ο τρόπος σκέψης και αντίδρασής τους έχει μπολιάσει εδώ και δεκαετίες ένα πολύ πιο σημαντικό κομμάτι της κοινής γνώμης και κρίσιμων ομάδων διαμόρφωσης γνώμης.
Να το πούμε αλλιώς, όλοι από τον ΛΑΟΣ, τη Ν.Δ. έως το ΠΑΣΟΚ έχουν από «ολίγον νοοτροπία ΚΚΕ» μέσα τους. Το συναντάς πιο έντονα στις συνδικαλιστικές παρατάξεις όπου αν αφαιρέσεις το μπλε και την επικεφαλίδα από μια απόφαση της ΔΑΚΕ σε κάποια ΔΕΚΟ, δύσκολα θα μπορέσεις να καταλάβεις αν πρόκειται για οργάνωση της Ν.Δ. ή του ΚΚΕ.
Το ίδιο όμως συμβαίνει και μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας έπιασε το νήμα αυτού του πανίσχυρου ιδεολογικού ρεύματος της μεταπολίτευσης και το έκανε ιδεολογία εξουσίας που δικαιολογούσε σχεδόν τα πάντα, από τη μικρομίζα έως τον οδηγό που ξαφνικά βρέθηκε να παραδιοικεί μια υπηρεσία.
Το νήμα δεν έχει κοπεί. Υπουργός της σημερινής κυβέρνησης ανέφερε με ανησυχία πως τα πιο ακραία συνθήματα σε τελευταίες διαδηλώσεις ακούσθηκαν σε μπλοκ συνδικαλιστών του ΠΑΣΟΚ. Στην Ελλάδα δημιουργήθηκε ένα κυρίαρχο ιδεολόγημα μετά τη μεταπολίτευση το οποίο βασίσθηκε σε ένα περίεργο κράμα μιας ψευδαίσθησης «αντίστασης» σε μυθικές δυνάμεις του σκότους, λαϊκισμού, ανεξέλεγκτου δικαιώματος στη διαμαρτυρία και πλήρους δυσπιστίας σε οτιδήποτε έχει να κάνει με τον νόμο ή την τάξη. Η Αριστερά είχε χάσει τον Eμφύλιο, κέρδισε όμως πλήρως την ιδεολογική μάχη της μεταπολίτευσης. Σε σημείο που η Δεξιά ακόμη ντρέπεται να πει ότι είναι Δεξιά και το κράτος τρέμει στην αυτονόητη ιδέα της επιβολής του νόμου όταν κάποιοι με «τσαμπουκά» τον κουρελιάζουν.
Πολλή «δόση ΚΚΕ» έχουν όμως και τα μέσα ενημέρωσης που με την πρώτη ευκαιρία γλιστρούν στον κατήφορο του λαϊκισμού. Οι εισαγωγές στο ασφαλιστικό, οι ερωτήσεις στα «παράθυρα» και οι τίτλοι έχουν μια ισχυρή δόση υπερβολής, ενώ σπανίως πάνε λίγο κάτω από την επιφάνεια.
Το ενδιαφέρον είναι πως σε αυτόν τον λόγο, που είναι ο κυρίαρχος ακόμη στον τόπο, σπανίως ορθώνεται απέναντι ένας σοβαρός αντίλογος. Πόσοι είναι οι πολιτικοί, διανοούμενοι ή άλλοι που θα τολμήσουν σήμερα να εξηγήσουν ότι το Mνημόνιο έχει πολλά επώδυνα αλλά ταυτοχρόνως περιγράφει όλα όσα πρέπει να αλλάξουν γιατί κανείς πολιτικός δεν τόλμησε να τα θίξει εδώ και δεκαετίες; Ακόμη και οι εκπρόσωποι των «παραγωγικών τάξεων» (αλήθεια τι παράγουν;) οχυρώνονται πίσω από έναν ξύλινο λαϊκιστικό λόγο.
Το θέμα είναι πως το «αριστερό μυαλό» της χώρας συμβάδισε με ένα ατέλειωτο πάρτυ που συντηρήθηκε από ανεξέλεγκτο δανεισμό, κοινοτικές επιδοτήσεις και ένα πελατειακό πολιτικό σύστημα. Τώρα όλα αυτά τελείωσαν. Ή θα αλλάξουμε μυαλά ή θα αποφασίσουμε πως θα συνεχίσουμε με τα ίδια, όσο καταστροφικό και αν είναι το κόστος. Προς το παρόν αισιοδοξία δημιουργεί μόνο η, μεταφυσική σχεδόν, πεποίθηση πως ο Ελληνας όταν ζορισθεί πολύ βγάζει από μέσα του ό,τι καλύτερο κρύβει: αντοχή, ένστικτο επιβίωσης, τη μεγάλη δύναμη της οικογένειας που λειτουργεί σαν δίχτυ προστασίας και βέβαια μια απαράμιλλη δημιουργικότητα.