Η διαφήμιση συρρικνώνεται, εταιρείες παραγωγής πτωχεύουν, σειρές κόβονται, ηθοποιοί και τεχνικοί αγωνιούν.
Είκοσι χρόνια μετά τη δημιουργία της ιδιωτικής τηλεόρασης και τα φώτα φαίνεται πως χαμηλώνουν, ειδικά σε ό, τι αφορά τις ελληνικές σειρές. Η συρρίκνωση της τηλεοπτικής διαφήμισης και η πτώχευση εταιρειών παραγωγής φέρνουν δραματικές αλλαγές σε ένα χώρο με πληθωρισμό σειρών και προσώπων, ένα «ρευστό» εργασιακό τοπίο με μεγάλα διαστήματα ανεργίας, αλλά και υπερβολικά υψηλές αμοιβές – για λίγους, όμως: η «ψαλίδα» είναι μεγάλη, κυρίως μεταξύ των ηθοποιών.
Συγκριτικά με πέρυσι, η τηλεοπτική διαφήμιση έχει μειωθεί κατά 200 εκατομμύρια ευρώ περίπου και εκεί που τα προηγούμενα χρόνια είχαμε 40 - 45 ελληνικές σειρές ανά σεζόν, από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα προβάλλονται περίπου 8 - 10 σειρές, κατά κύριο λόγο από δύο κανάλια, τον ΑΝΤ1 και το Mega. Από αυτές, οι μισές θα είναι κατά τα φαινόμενα «νέο αίμα», οι υπόλοιπες συνέχεια της προηγούμενης σεζόν. Επιπροσθέτως, η ελληνική κυβέρνηση έχει αποφασίσει να επιβάλει φόρο 20% στα έσοδα της ήδη συρρικνωμένης τηλεοπτικής διαφήμισης. Τι σημαίνουν όλ’ αυτά; Οτι στην καλύτερη περίπτωση, γι’ αυτό το μείον 20% των διαφημιστικών εσόδων θα επιβαρυνθούν οι αμοιβές και στη χειρότερη, ότι ένας τεράστιος αριθμός εργαζομένων (από τους πιο «καλλιτέχνες» έως τους πιο «τεχνικούς», αλλά ενδεχομένως και στελέχη καναλιών) θα βρεθούν χωρίς δουλειά. Σύμφωνα με τον διευθυντή φωτογραφίας Διονύση Λαμπίρη, «στην ελληνική τηλεόραση η “τροφική αλυσίδα” ξεκινάει από τη διαφήμιση. Οταν μειώνεται κατά 20%, προκαλείται ένα ντόμινο πανικού. Σε όλους τους σταθμούς έχει πέσει παγωμάρα».
«Αυτό που ακούω από συναδέλφους», μας είπε νέα, ταλαντούχα ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης που προτιμά την ανωνυμία, «είναι ότι του χρόνου οι σειρές θα μειωθούν δραματικά και τα κανάλια θα επιλέξουν ένα δύο μεγάλα τηλεοπτικά ονόματα. Θα προτιμηθούν πιο νέοι, άρα πιο φθηνοί, ηθοποιοί. Το “Κάρμα”, τα “Μυστικά της Εδέμ” δεν είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστούν. Οσοι δουλεύουν σε αυτές τις σειρές αγωνιούν».
Πληρώνονται αφού περάσουν 7 - 12 μήνες
Πώς στήνεται μια ελληνική τηλεοπτική σειρά; Πολύ συνοπτικά, μια εταιρεία παραγωγής κι ένα κανάλι συμφωνούν στην ιδέα, στους συντελεστές και στον προϋπολογισμό (μια μεσαία παραγωγή είναι της τάξης των 80.000 - 90.000 ευρώ). Υπογράφουν σύμβαση, την οποία η εταιρεία παραγωγής καταθέτει σε τράπεζα ως εγγύηση. Η τράπεζα καλείται να δώσει ένα μέρος των χρημάτων της συνολικής παραγωγής εν είδει δανείου, η σταδιακή αποπληρωμή του οποίου θα ξεκινήσει από την εταιρεία όταν αρχίσουν να έρχονται τα χρήματα.
Πότε όμως αρχίζουν να έρχονται τα χρήματα; Αφού προβληθεί το πρώτο επεισόδιο της σειράς, δηλαδή, κάμποσους μήνες μετά το πέρας των γυρισμάτων, και οι διαφημιζόμενοι αρχίσουν (σιγά σιγά) να πληρώνουν το κανάλι. Με τη σειρά του, το κανάλι πληρώνει την εταιρεία παραγωγής και αυτή πληρώνει τους συντελεστές: συνεργείο (οι τεχνικοί πληρώνονται κατά κανόνα μηνιαίως), σκηνοθέτη, σεναριογράφο (περίπου 2 - 3 μήνες μετά την προβολή του πρώτου επεισοδίου) και ηθοποιούς – με αυτή τη σειρά.
Πότε αρχίζουν να παίρνουν τα χρήματά τους οι ηθοποιοί; Περίπου επτά μήνες μετά την προβολή του πρώτου επεισοδίου – αρκεί να προβληθεί η σειρά. Διότι μπορεί να έχουν γυρίσει μια σειρά, αλλά εάν αυτή δεν προβληθεί ποτέ (έχει συμβεί), όλος αυτός ο κόσμος θα μείνει απλήρωτος.
Ολοι οι ηθοποιοί πληρώνονται επτά μήνες μετά την έναρξη της προβολής; Οχι. Στην τηλεόραση έχουμε ηθοποιούς «τριών ταχυτήτων». Τα «πρωτοκλασάτα» τηλεοπτικά ονόματα παίρνουν «έναντι» μεγάλο μέρος της συνολικής τους αμοιβής (η οποία ξεκινάει από 6.000 ευρώ και μπορεί να φτάσει τα 12.000 ευρώ ανά επεισόδιο). Οι «δευτεραγωνιστές» πληρώνονται κάμποσους μήνες μετά (2.000 - 2.500 ευρώ ανά επεισόδιο) και, τέλος, οι νέοι ηθοποιοί αμείβονται ύστερα από ανάλογο χρονικό διάστημα (εδώ ξεκινάμε συχνά από 100 - 150 έως και 500 ευρώ ανά επεισόδιο). Μπορεί κάποια από αυτά τα νούμερα, ειδικά στις πρώτες δύο κατηγορίες, να φαίνονται μεγάλα σε ένα μισθωτό, σημειώστε όμως ότι μπορεί να μιλάμε για συμμετοχή σε ένα ή δύο επεισόδια, ότι πρόκειται για μια διόλου σταθερή εργασία, με αβέβαιο μέλλον και ότι, τέλος, είναι μια δουλειά με πολύ συγκεκριμένα όρια ηλικίας. Επιπλέον, μετά την κρίση, γίνεται λόγος για αποπληρωμές έπειτα από δώδεκα ολόκληρους μήνες.
Κατά τον Διονύση Λαμπίρη, «με την κρίση, βρέθηκε μια καλή ευκαιρία να γίνει εκκαθάριση στην τηλεοπτική αγορά, η οποία ξεκίνησε με την αγορά του Alpha από τον γερμανικό όμιλο RTL. Η προσωπική μου εμπειρία σε αυτό ήταν η ακαριαία διακοπή γυρισμάτων ύστερα από τρεις εβδομάδες δουλειάς. Καμία προειδοποίηση, τίποτα. Οι Γερμανοί έδειξαν τον δρόμο στο πώς θα συρρικνωθούν τα έξοδα, φέρνοντας επιπλέον δικό τους προϊόν από τον όμιλό τους, με μηδέν κόστος. Πάντως, όλοι λέγαμε στον χώρο ότι το μεγάλο βάζο με το μέλι τελειώνει. Μπορούσε να γίνει πιο ομαλά, όμως, διότι πλέον τίθεται θέμα επιβίωσης για τον κόσμο που ζει από την τηλεόραση».
Μια εταιρεία με επιτυχίες και χρέος 15 εκατ. ευρώ
«Από τον Ιούλιο οι ηθοποιοί θα καταβάλλουμε ΦΠΑ 10%», υπογραμμίζει ο ηθοποιός Βασίλης Χαλακατεβάκης. «Με δελτίο δουλεύουμε πληρώνοντας 13,5% ΙΚΑ, 20% φόρο, αν βάλουν και ΦΠΑ, η αμοιβή θα μειωθεί κι άλλο. Αφήστε που συχνά κόβουμε το δελτίο αλλά πληρωνόμαστε ύστερα από μήνες. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να βρίσκουμε τα χρήματα για τον ΦΠΑ, ακόμα κι όταν τελικά δεν πληρωνόμαστε. Η δουλειά αυτή είναι διαρκώς “στον αέρα”. Και μη σας πάει ο νους σε… απεργίες. Υπάρχει υπερπροσφορά σε ηθοποιούς. Αν απεργήσει ένας –πράγμα απίθανο– θα βρουν άλλον. Εδώ βάζουν κομπάρσους να λένε ατάκες για 50 ευρώ».
Ο Β. Χαλακατεβάκης συμμετείχε στην επιτυχημένη σειρά «Λίτσα. com», που σκηνοθέτησε η Ολγα Μαλέα και στη συνέχεια τη σκυτάλη πήρε ο Παναγιώτης Πορτοκαλάκης. Ηταν μια παραγωγή της εταιρείας Cinegram Film & TV Productions, κορυφαίας στον χώρο εδώ και 21 χρόνια, με τέσσερα επιτυχημένα σίριαλ, συμμετοχές σε κινηματογραφικές παραγωγές και, πάνω απ’ όλα, πλούσιο έργο στη διαφήμιση. Τον περασμένο Μάιο, όμως, η εταιρεία ενημέρωσε ξαφνικά τους συνεργάτες της ότι έχει ένα χρέος 15 εκατ. ευρώ. Οι συντελεστές της σειράς έχουν μείνει απλήρωτοι – μεταξύ αυτών και ο Β. Χαλακατεβάκης, ο οποίος δηλώνει εξοργισμένος, καθώς, όπως μας είπε, η Cinegram του χρωστάει το 50% της αμοιβής του.
Ομως απλήρωτοι μένουν και οι συντελεστές της εξαιρετικά επιτυχημένης σειράς «Ονειροπαγίδα», επίσης παραγωγής της Cinegram. Τη σειρά σκηνοθέτησε η Ολγα Μαλέα. «Η “Ονειροπαγίδα”», μας είπε, «ήταν το υπ’ αριθμ. 1 σίριαλ του ΑΝΤ1, με 25% - 26% θεαματικότητα. Είχε πάρει έγκριση να συνεχιστεί για δεύτερη χρονιά, ολοκληρώνουμε τα γυρίσματα τον περασμένο Απρίλιο και αρχές Μαΐου η Cinegram ανακοινώνει ότι έχει χρέος 15 εκατ. ευρώ, ενώ όλοι οι συντελεστές της σειράς είμαστε απλήρωτοι κατά 80% της συνολικής αμοιβής του καθενός. Η σειρά δεν κόπηκε, ήταν πολύ επιτυχημένη και ήρθε μετά την επιτυχία του “Λίτσα. com”. Πώς είναι δυνατόν από τη μια μέρα στην άλλη να υπάρχει τόσο μεγάλο χρέος; Δεν βγήκαμε εκτός προϋπολογισμού. Είναι ανεξήγητο». Τα ατομικά χρέη προς τους συντελεστές εκκινούν από 25.000 ευρώ και φτάνουν έως και 80.000 - 100.000 ευρώ.
Η Ο. Μαλέα τονίζει ότι «λόγω της κρίσης, μας έλεγε το λογιστήριο της εταιρείας “κάντε υπομονή και θα πληρωθείτε”. Στηρίξαμε την εταιρεία κι όταν τέθηκε το ζήτημα του φόρου 20% από τις διαφημίσεις, είπα, εντάξει, όλοι φέραμε τη χώρα σε αυτήν την κατάσταση, θα δουλέψω με 20% μείον στην αμοιβή μου. Να επιμεριστούμε μέρος της ευθύνης και από ’δω και μπρος ας είμαστε πιο μαζεμένοι. Δείξαμε καλή πίστη για να ανακαλύψουμε ότι έχουν ένα τεράστιο χρέος χωρίς να έχουν πληρώσει κανέναν. Και κάνουν και διαφημίσεις. Πώς γίνεται;».
Σύμφωνα με τον Διονύση Λαμπίρη, «το παράδειγμα της Cinegram δεν είναι το μοναδικό. Κι άλλες εταιρείες έχουν δηλώσει επίσημα ότι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στην παραγωγή τηλεοπτικού προϊόντος, αλλά και να ικανοποιήσουν οφειλές σε συνεργάτες». Οντως, πτώχευση κήρυξε και η Max Productions, ενώ συζητείται το ενδεχόμενο συγχωνεύσεων κάποιων άλλων εταιρειών για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Οπως μας είπε η Ελένη Τσατσούλα, διευθύντρια παραγωγής, «φαίνεται ότι το πρόβλημα έχει διαχυθεί παντού. Αν γίνουν πετυχημένες συγχωνεύσεις, ίσως κάποιες εταιρείες επιβιώσουν».
Οπως μας εξομολογήθηκε στέλεχος ιδιωτικού καναλιού, «είχαμε μια παραμορφωμένη αγορά. Η φούσκα έσκασε. Οι εταιρείες παραγωγής και τα κανάλια προσπάθησαν να μπει ένα πλαφόν στις υπέρογκες αμοιβές, αλλά ο ανταγωνισμός στο primetime παρέμεινε θηριώδης – και μιλάμε για μια αγορά αυτοτροφοδοτούμενη: οι σειρές γίνονται από εμάς για εμάς. Ισως όλο αυτό φέρει ένα ξεκαθάρισμα, αν και πολλοί από εμάς θα χάσουμε τις δουλειές μας. Πάντως, η τηλεόραση αλλάζει, με τις νέες τεχνολογίες και το Διαδίκτυο, τη Web TV. Βρίσκεται σε μεταβατική φάση».
Για τον Διονύση Λαμπίρη, η τηλεόραση «είναι ψυχοφθόρο επάγγελμα. Τελειώνει μια σειρά και δεν ξέρεις αν θα ξαναέχεις δουλειά. Κάθε έξι μήνες “κάνουμε εγκαίνια”, δηλαδή ψάχνουμε για δουλειά κάθε έξι μήνες, με θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους, καταστρατηγώντας πολλές φορές την επαγγελματική και την ανθρώπινη δεοντολογία. Οπως αντιλαμβάνεστε, όταν η αγορά συρρικνώνεται ο “κανιβαλισμός” και η “βία” διογκώνονται».
Η θέση της Cinegram και οι τράπεζες
Τι απαντάει ο Χάρης Παδουβάς της Cinegram, με τον οποίο μιλήσαμε τηλεφωνικά; «Η Cinegram αναγκάστηκε να μπει στο άρθρο 99 λόγω της στενότητας ρευστότητας εκ μέρους των τραπεζών (σ. σ. πρόκειται για το Αρθρο 99 του Πτωχευτικού Δικαίου σχετικά με τα προβλεπόμενα περί προστασίας από τους πιστωτές, ανασκευή τρόπον τινά του άρθρου 44 του νόμου 1892/90). Οντως έχει αφήσει αρκετά χρήματα απλήρωτα διότι την ώρα που συνέβη αυτό η εταιρεία βρισκόταν εμπορικά στην καλύτερή της περίοδο. Στα 21 χρόνια της δεν είχε ποτέ τόσο πολλή δουλειά, ήταν πραγματικά η καλύτερη στιγμή της. Η αγωνία του κόσμου είναι μεγάλη διότι τα νούμερα είναι μεγάλα. Εταιρείες όπως η Cinegram στηρίζονται στον τραπεζικό οργανισμό λόγω του μεγάλου χρόνου αποπληρωμής. Οταν σταματάει ο οργανισμός αυτός, σταματάει όλο το σύστημα. Τώρα αντιλαμβάνονται οι τράπεζες τι ζημιά δημιουργήθηκε και έχουν αρχίσει να συζητούν το πρόβλημα». Οι απλήρωτοι συνεργάτες της Cinegram, πάντως, έχουν πληροφορηθεί ότι οι τράπεζες είχαν προειδοποιήσει τον κύριο Παδουβά «ότι έχει κάνει υπερβολικά μεγάλα ανοίγματα και ότι θα πάψουν να του δίνουν χρήματα. Δεν τις άκουσε ή έκανε ότι δεν τις άκουσε και τελικά το κακό συνέβη. Το πρόβλημα δεν είναι η κρίση, αλλά η διαχείριση από την ίδια τη Cinegram».