Τετάρτη 23 Ιουνίου 2010

Θα κλείσουν όλες οι τράπεζες τελικά και θα συγχωνευθούν με την Παγκόσμια Τράπεζα

Διαβάστε ΔΩΡΕΑΝ, σε αυτό το blog, το προφητικό βιβλίο ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΕΛΟΣ του Γιώργου Σαγάνη, που εκδόθηκε το 2003, που προβλέπει πως θα είναι και που θα καταλήξει όλος ο κόσμος.

Κινήσεις για τη δημιουργία μεγαλύτερων και πιο εύρωστων τραπεζικών σχημάτων φαίνεται να δρομολογούνται υπό τις ευλογίες της κυβέρνησης, μέχρι να υπαχθούν όλες στην World Bank.

Με μικρά βήματα φαίνεται να προχωρά η μεγάλη συγχώνευση που θα αναμορφώσει συνολικά το τραπεζικό τοπίο στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο.

Ο πρόεδρος της Alpha Bank, Γιάννης Κωστόπουλος, ανέφερε χθες ότι το μικρό μέγεθος των ελληνικών τραπεζών για τα ευρωπαϊκά μέτρα, με δεδομένο ότι το ενεργητικό τους δεν ξεπερνά τα 300 δισ. ευρώ, εξωθεί προς τη δημιουργία 2,5 τραπεζών. Ο ίδιος, μιλώντας στη γενική συνέλευση των μετόχων, αναγνώρισε τις δυσκολίες που συνοδεύουν ένα τέτοιο εγχείρημα.

Η διαβεβαίωση του προέδρου της Alpha Bank ότι «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει τίποτα στο μέτωπο των συγχωνεύσεων» δεν άμβλυνε το κλίμα των τελευταίων ημερών. Τα μηνύματα που έρχονται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τους τραπεζίτες, τους οποίους αυτή έχει διορίσει, έχουν δημιουργήσει μια έντονη εντύπωση περί επικείμενων ανακατατάξεων προκειμένου να δημιουργηθούν ισχυροί πόλοι στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, οι οποίοι θα μπορέσουν να διαχειριστούν αποτελεσματικότερα την κρίση. Το στίγμα των κυβερνητικών σχεδιασμών έδωσε ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε, διαβεβαίωσε ότι τα δύσκολα για τις τράπεζες έχουν περάσει, συνεπώς οι καταθέτες δεν έχουν να φοβούνται τίποτε και υπογράμμισε ότι «το τραπεζικό σύστημα μπορεί και πρέπει να προχωρήσει σε στρατηγικές επιλογές ανασύνταξης, που θα του επιτρέψουν να συνεχίσει να έχει μια ισχυρή και ανταγωνιστική παρουσία στην τραπεζική αγορά όπως διαμορφώνεται μετά την κρίση».

Στο ίδιο μήκος κύματος φαίνεται ότι κινείται και η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, η οποία, λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους που διαθέτει, νομοτελειακά θα αποτελέσει τον έναν πόλο του συστήματος που θα πρέπει να συσπειρώσει τις «φίλιες δυνάμεις». Ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής, Απ. Ταμβακάκης, υποστηρίζει ότι «οι τράπεζες με σύνεση να λάβουν τις μεγάλες αποφάσεις που οι καιροί απαιτούν».

Από όλο αυτό το παζλ των τοποθετήσεων γίνεται σαφές ότι παρά τις όποιες δυσκολίες ένα νέο ειδύλλιο μεταξύ Εθνικής και Alpha αρχίζει να κυοφορείται. Χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι στα ανώτατα κλιμάκια των διοικήσεων και των άλλων τραπεζών (Eurobank, Πειραιώς) δεν γίνεται επεξεργασία σχεδίων επί χάρτου με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς, οι οποίοι θα μπορούσαν να καταλήξουν στη δημιουργία μεγαλύτερων τραπεζικών σχημάτων. Αλλωστε, τέτοιου είδους συζητήσεις είχαν γίνει και στο παρελθόν, όπως σύμφωνα με πληροφορίες είχε γίνει μεταξύ Εθνικής και Πειραιώς, οι οποίες όμως δεν ευοδώθηκαν εξαιτίας αντικρουόμενων συμφερόντων.

Ωστόσο οι συνθήκες πλέον έχουν μεταβληθεί και το σκηνικό στο οποίο δρουν οι τράπεζες έχει αλλάξει άρδην. Οι ελληνικές τράπεζες λειτουργούν «αμυντικά» πλέον σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο εξαιτίας της υποβάθμισης της χώρας και η ρευστότητα του συστήματος διασφαλίζεται μόνο με την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ταυτοχρόνως η έκρηξη στα λεγόμενα κόκκινα δάνεια και το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους πολλαπλασιάζουν τις ανάγκες για νέα κεφάλαια. Για την κάλυψη των αναγκών αυτών δημιουργείται το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο προικοδοτείται από τους δανειστές μας με 10 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η ένταξη μιας τράπεζας στο Ταμείο αυτό «σφίγγει ακόμη πιο πολύ τον εναγκαλισμό της από το Ελληνικό Δημόσιο».

Από την πλευρά της Alpha Bank ο διευθύνων σύμβουλός της, Δημ. Μαντζούνης, εκτιμά ότι η τράπεζα έχοντας θωρακίσει τον ισολογισμό της με αυξημένες προβλέψεις, οι οποίες ξεπέρασαν πέρυσι τα 670 εκατ. ευρώ, δεν θα χρειαστεί να προσφύγει για κεφαλαιακή ενίσχυση στο υπό σύσταση Ταμείο.

Ωστόσο το σκηνικό περιπλέκεται ακόμη και στην περίπτωση που κάποια άλλη από τις 5 μεγαλύτερες τράπεζες αναγκαστεί να κάνει χρήση των κεφαλαίων αυτών για να ενισχύσει την κεφαλαιακή της βάση και να αποκαταστήσει τους δείκτες φερεγγυότητάς της. Μια τέτοια εξέλιξη θα προκαλέσει πιέσεις για μαζική ένταξη στο Ταμείο, όπως είχε συμβεί και στο πρόγραμμα των 28 δισ. ευρώ, λειτουργώντας έτσι σαν «καταλύτης» που θα επιταχύνει τις διαδικασίες συγχώνευσης.