O Τύπος και η ενημέρωση έχει τους δικούς του κανόνες», έγραφε χθες στο πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της η εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» με αφορμή το λουκέτο σε δύο εφημερίδες κι ένα ραδιοσταθμό. Και συνέχισε: Οι κανόνες αυτοί «είναι διάφοροι από τους κανόνες του ελευθέρου εμπορίου ή, πολύ περισσότερο, από τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς». Πολύ σωστά! Σ’ αυτή την καταραμένη ελεύθερη αγορά το πρώτο πράγμα που κάνουν οι επιχειρηματίες όταν βλέπουν τις πωλήσεις των προϊόντων τους να μειώνονται είναι να χαμηλώνουν τις τιμές. Στον ελληνικό Τύπο η απάντηση στις συρρικνούμενες κυκλοφορίες ήταν η αύξηση της τιμής των εφημερίδων κατά 30%.
Είναι πολλά τα προβλήματα που έχει ο χώρος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Το βασικότερο είναι αυτή η αντίληψη, ότι ο Τύπος δεν έχει ανάγκη την αγορά και ότι κρίνεται με διαφορετικά κριτήρια από την προσφορά και τη ζήτηση. Γι’ αυτό φούσκωσε έτσι και γι’ αυτό θα ξεφουσκώσει χειρότερα. Είναι εκπληκτικό, αλλά σε μια χώρα με τη μικρότερη αναγνωσιμότητα εφημερίδων σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, υπάρχουν περισσότεροι τίτλοι απ’ όσους έχει η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Παρίσι μαζί.
Το 2003 έκλεισε η κλωστοϋφαντουργία «Σίσερ Πάλκο», αφήνοντας στον δρόμο 500 εργαζόμενους. Τότε αναρωτιόμασταν πόσες «Σίσερ Πάλκο» κρύβονται στον δικό μας χώρο. Γράφαμε: «Ο χώρος των ΜΜΕ βρίσκεται σε βαθύτατη οικονομική κρίση, μόνο που δεν το λέει κανείς. Το κυριότερο: ο χώρος των ΜΜΕ βιώνει μια βαθύτατη κρίση αξιοπιστίας... Δεν είναι κρίση, των υπαρχόντων ΜΜΕ (κακών, στραβών, διαπλεκομένων - όπως θέλετε χαρακτηρίστε τα), αλλά κρίση του χώρου συνολικά. Κάποτε μια νέα εφημερίδα πουλούσε την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας της 150.000-200.000 φύλλα. Ο κόσμος ήταν απογοητευμένος από τα υπάρχοντα ΜΜΕ και ζητούσε εναλλακτική λύση. Σήμερα οι νέες εφημερίδες δεν ξεπερνούν τα 10.000 φύλλα την πρώτη μέρα. Οι καταναλωτές είναι πεπεισμένοι ότι μπορεί να υπάρξει σοβαρή πληροφόρηση.
»Αν θέλουμε να βρούμε μια κοινή συνιστώσα της κακοδαιμονίας του ελληνικού Τύπου πρέπει να την ψάξουμε στο παλιό σύνθημα της Αριστεράς: “η ενημέρωση δεν είναι εμπόρευμα”. Κατά παράδοξο τρόπο, αυτό που θεωρείται αίτημα είναι πραγματικότητα στην αγορά των ΜΜΕ. Ποτέ στην Ελλάδα η ενημέρωση δεν θεωρήθηκε εμπόρευμα. Ισως γι’ αυτό δεν υπήρξε και ποτέ ενημέρωση...».
Και καταλήγαμε: «Μέχρι οι εκδότες να καταλάβουν ότι οι εφημερίδες δεν είναι όχημα εξυπηρετήσεων (πολιτικών, οικονομικών ή άλλων) και οι δημοσιογράφοι να κατανοήσουν ότι τα ΜΜΕ δεν πρέπει να πουλούν τη θεώρηση που έχουν για το πώς πρέπει να είναι ο κόσμος (αλλά να πουλούν το πώς πραγματικά είναι ο κόσμος) η κρίση θα βαθαίνει. Μέχρι να σκάσει η φούσκα. Και τότε η “Πάλκο” θα είναι υποσημείωση στην ιστορία της ανεργίας αυτής της χώρας. Εφτασε η ώρα λοιπόν να σκεφθούμε σοβαρά την αναβάθμιση της πληροφόρησης στο επίπεδο... εμπορεύματος» («Τα παγόβουνα της ελληνικής δημοσιογραφίας» 22/5/2003). Δυστυχώς, αυτή η παθογένεια όχι μόνο δεν θεραπεύτηκε, αλλά επιδεινώνεται. Ας ελπίσουμε ότι η καμπάνα που ήχησε προχθές θα μας αφυπνίσει όλους.