Σταδιακή μείωση των δημοσίων δαπανών, κυρίως μέσω μέτρων που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία του δημόσιου τομέα, αύξηση των κρατικών εσόδων, κυρίως μέσω μέτρων φορολογικής διοίκησης, και διαρθρωτικές τομές με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας προτείνει μεταξύ άλλων το ΙΟΒΕ.
Οι θέσεις του ΙΟΒΕ για την οικονομική πολιτική παρουσιάστηκαν τη Δευτέρα σε εκδήλωση του Ιδρύματος με θέμα: «Προκλήσεις Οικονομικής Πολιτικής».
Με βάση τα νέα δεδομένα που δημιουργεί η παγκόσμια οικονομική κρίση το ΙΟΒΕ εξειδίκευσε μια σειρά προτάσεων οικονομικής πολιτικής που αν εφαρμοσθούν με συνέπεια και συνέχεια θα μπορούσαν να συμβάλουν αφενός στην άμβλυνση των συνεπειών της κρίσης και αφετέρου στη δημιουργία συνθηκών ανάκαμψης και ταχύτερης ανόδου της ελληνικής οικονομίας στο άμεσο μέλλον.
Στην εναρκτήρια ομιλία του ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ κ. Μιχαήλ Κορτέσης υπογράμμισε ότι: «Η σημερινή εκδήλωση είναι καρπός ενός προβληματισμού που απασχολεί το ΙΟΒΕ πολλά χρόνια και με ιδιαίτερη ένταση τους τελευταίους μήνες. Με τα πρώτα σημάδια της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, στα μέσα του 2008, έγινε σαφές ότι η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπιζε νέες συνθήκες που οδηγούσαν σε βαθιά ύφεση. Έγινε επίσης σαφές ότι η ύφεση αυτή αναπόφευκτα θα επηρέαζε την ελληνική οικονομία και θα ανέκοπτε την ταχεία ανάπτυξη της τελευταίας δεκαετίας».
Ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ επισήμανε ότι τα προβλήματα που δημιουργεί η κρίση είναι μεγάλα και δυσεπίλυτα, ωστόσο οι κρίσεις λειτουργούν ως εγερτήρια προειδοποίηση που κινητοποιεί αδρανούσες δυνάμεις, επιταχύνει τις αναγκαίες προσαρμογές και οδηγεί σε νέα ανάπτυξη.
«Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν μπορούμε πλέον να στηριχθούμε σε πρακτικές του παρελθόντος, αλλά πρέπει να αναζητήσουμε μια νέα οδό για την ανάπτυξη» υπογράμμισε. «Η λύση στο αναπτυξιακό πρόβλημα της Ελλάδας», συνέχισε ο κ. Κορτέσης, «απαιτεί μακροχρόνιο σχεδιασμό, ο οποίος προϋποθέτει συνέχεια και συνέπεια στην εφαρμογή των πολιτικών που απαιτούνται». Για την εξασφάλιση της επιτυχίας ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ έθεσε δυο βασικές προϋποθέσεις:
α) Τη δέσμευση ότι θα εξασφαλιστεί η συνέχεια επιλογών στις οποίες συμφωνούν Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση, και
β) Τον εκσυγχρονισμό του Κράτους και της Δημόσιας Διοίκησης.
Καταλήγοντας ο κ. Κορτέσης, τόνισε: «Δεν μπορούμε να αναβάλουμε, χωρίς καταστρεπτικές συνέπειες, την άμεση προώθηση των αλλαγών που όλοι γνωρίζουμε ότι είναι αναγκαίες, αλλά διστάσαμε να εφαρμόσουμε στο παρελθόν. Το πρόβλημα συνεπώς κατά τη γνώμη μου δεν είναι πια οικονομικό. Είναι κοινωνικό ως προς την ουσία του και πολιτικό ως προς την εφαρμογή του. Το ζητούμενο δεν είναι τόσο τι πρέπει να γίνει αλλά κυρίως πως θα εφαρμοσθούν οι λύσεις που απαιτούνται».
Παρουσιάζοντας τις θέσεις του ΙΟΒΕ για την οικονομική πολιτική, ο Επιστημονικός Διευθυντής του Ιδρύματος, Καθηγητής Γιάννης Στουρνάρας, πρότεινε τέσσερις δέσμες μέτρων με στόχο τη δημοσιονομική προσαρμογή, την εμπέδωση υγιούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
Η πρώτη δέσμη αφορά την σταδιακή μείωση των δημοσίων δαπανών, κυρίως μέσω μέτρων που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία του δημόσιου τομέα, τη διαφάνεια, τον ουσιαστικό έλεγχο όλων των μονάδων που τον απαρτίζουν, καθώς και εξειδικευμένων μέτρων που αφορούν τις δαπάνες υγείας, κοινωνικής ασφάλισης και άμυνας.
Η δεύτερη δέσμη αφορά τη σταδιακή αύξηση των κρατικών εσόδων, κυρίως μέσω μέτρων φορολογικής διοίκησης, δημιουργίας κοινής ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων, ενοποίησης εισπρακτικών μηχανισμών (φόρων και εισφορών), δειγματοληπτικών ελέγχων μεταξύ μονάδων υψηλού κινδύνου φοροδιαφυγής, υπαγωγής σχεδόν όλων των εισοδημάτων στην ενιαία φορολογική κλίμακα, χωρίς εξαιρέσεις και εξωλογιστικούς προσδιορισμούς εισοδήματος.
Η τρίτη δέσμη αφορά την εμπέδωση υγιούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, κυρίως μέσω μέτρων που ενισχύουν τον εποπτικό ρόλο της Τραπέζης της Ελλάδος και την ανάληψη από αυτήν ευρύτερων εποπτικών αρμοδιοτήτων (όπως των ασφαλιστικών εταιρειών), την ανεξαρτησία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθώς και μέτρων που άπτονται της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης των τραπεζών με στόχο την ανάληψη μικρότερων κινδύνων.
Η τέταρτη δέσμη αφορά διαρθρωτικές τομές με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, όπως το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, την κατάργηση των ποικίλων εμποδίων στη λειτουργία του ανταγωνισμού, την εγκαθίδρυση θέσεων υφυπουργών με πενταετή θητεία, την προσέλκυση διευθυντικών στελεχών για το δημόσιο τομέα από την ιδιωτική αγορά με πενταετείς συμβάσεις, τη σταδιακή εξομοίωση της εργατικής νομοθεσίας των ΔΕΚΟ με αυτήν του ιδιωτικού τομέα, την απλοποίηση και κωδικοποίηση της νομοθεσίας με στόχο τον περιορισμό της πολυνομίας και την εξάλειψη των ερμηνευτικών εγκυκλίων, την ελαχιστοποίηση των επικαλύψεων των αρμοδιοτήτων των δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών, με στόχο τη μείωση του πολύ υψηλού κόστους συμμόρφωσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων σε διοικητικές πράξεις (7% του ΑΕΠ, έναντι 3,5% στην Ευρωζώνη).