Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη εξαντλήθηκε, όπως επίσης και η ανοχή προς την ελληνική ιδιορρυθμία. Το επί πλέον έλλειμμα, ύψους τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ, θα πρέπει να καλυφθεί εξ ολοκλήρου το 2011, πράγμα σχεδόν ανέφικτο, διότι και εάν ακόμη ληφθούν μέτρα εξόχως βάναυσα είναι αμφίβολο εάν ο χρόνος εξαρκεί για να αποδώσουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Δεν πρέπει, φυσικά, να παραβλέπεται και η υστέρηση των εσόδων του τρέχοντος έτους λόγω ανεπαρκείας του υπουργείου Οικονομικών.
Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί με αμηχανία ότι το κλίμα λειτουργίας στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως έχει δραματικά αλλάξει. Η διεθνής κρίση και εθνικές προτεραιότητες έχουν επιβάλει μία άτεγκτη συμπεριφορά στη Γερμανία, που έπαυσε πλέον να λειτουργεί ως η τροφός αναξιοπαθούντων.
Σε αυτή τη φάση, ο πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου έκρινε σκόπιμο να επικρίνει οξύτατα και δημοσίως την πολιτική της Γερμανίδας Καγκελαρίου Aγκελα Μέρκελ στο ζήτημα της οικονομικής διακυβερνήσεως, προκειμένου να ικανοποιήσει το διεθνές σοσιαλιστικό του ακροατήριο. Δεν αντελήφθη προφανώς ότι με τη συνομολόγηση του Μνημονίου η Ελλάς δεν έχασε απλώς κάθε δικαίωμα αυτενεργείας στον οικονομικό τομέα, αλλά και διατυπώσεως απόψεων άκρως επικριτικών προς την ισχυρότερη χώρα της Ενώσεως, για λόγους εντυπωσιασμού.
Είναι γνωστό, βεβαίως, ότι η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται την πολιτική με όρους «επικοινωνίας» και «δημοσίων σχέσεων», πρωτίστως. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να λειτουργεί ακόμη στο εσωτερικό, όταν για λόγους εντυπώσεων ή κομματικών συσπειρώσεων, ο κ. Παπανδρέου μπορεί να απειλεί με εκλογές, και να υπαναχωρεί, και η ζωή να συνεχίζεται.
Στη διεθνή σκηνή ισχύουν άλλα και δεν είναι ταπεινωτικό εάν αποδεχθεί κανείς ότι η δυνατότητα παρεμβάσεως μιας χώρας στη διεθνή σκηνή συναρτάται ευθέως με το ειδικό βάρος της. Και στην περίπτωση της Ελλάδος, το ειδικό βάρος είναι μηδενικό, εάν όχι αρνητικό.
Ας στρέψει οίκαδε, λοιπόν, την προσοχή της η κυβέρνηση και ας ασχοληθεί με ένα κρισιμότατο ερώτημα – εάν δηλαδή είναι εφικτή πλέον η έξοδος από την κρίση, όσο η Ελλάς παραμένει στη Ζώνη του Ευρώ. Διότι, δυστυχώς, ενδέχεται να οδηγηθούμε και σε αυτό ακόμη το σημείο.