Βαθύτατα προβληματισμένοι είναι οι κοινωνιολόγοι από το ντόμινο αυτοκτονιών στη France Telecom προσπαθώντας να ρίξουν φως στα αίτια του τραγικού απολογισμού στη Γαλλία.
Στις φτωχές κοινωνίες έχει παρατηρηθεί ότι η μάχη για επιβίωση έχει ως αποτέλεσμα χαμηλά ποσοστά αυτοκτονιών –φαινόμενο που έχει χαρακτηριστεί ως «προστασία από τη φτώχια». Αυτή η φτώχια, όμως, θεωρείται από τα μέλη της κοινωνίας αναγκαίο κακό που όλοι πρέπει να υποστούν και διαφέρει από την ατομική φτώχια στις σύγχρονες κοινωνίες των ανεπτυγμένων χωρών, η οποία βιώνεται από τους πολίτες ως «κακοτυχία».
Στη δεκαετία του 1960, το υψηλότερο ποσοστό αυτοκτονιών στη Γαλλία παρατηρούνταν μεταξύ των αγροτών, ενώ στην επόμενη δεκαετία η αυτοκτονία συνδέθηκε με την ανάπτυξη των γραμμών βιομηχανικής παραγωγής, όπου τα ποσοστά αυτόχειρων ανέβηκαν αισθητά. Ο κοινωνιολόγος Ρενώ Σενσολιέ, ο οποίος μελέτησε γραμμές παραγωγής όπου οι εργάτες ήταν σχεδόν αποκλεισμένοι, παρατήρησε ότι συχνά θεωρούνταν περισσότερο μηχανές παρά άνθρωποι. Αποτέλεσμα ήταν οι εργάτες στις βιομηχανίες να αιφνιδιάζονται όταν γυρνούσαν σπίτι όπου τους συμπεριφέρονταν ως ανθρώπινα όντα.
Τη σημερινή εποχή το ποσοστό αυτοκτονιών μεταξύ των υπαλλήλων έχει πλησιάσει το αντίστοιχο ποσοστό στους εργάτες, καθώς και στις δύο κατηγορίες εργαζομένων η επαγγελματική ανασφάλεια και οι πιέσεις για μεγαλύτερη ευελιξία έχουν εντείνει το στρες.
Η περιορισμένη δυνατότητα λήψης πρωτοβουλιών, η απομόνωση και οι υψηλές απαιτήσεις σε συνδυασμό με τη δυσανάλογη σχέση κόπου-επιβράβευσης, επιδεινώνουν σημαντικά την ψυχολογία των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, οι νέες διοικητικές μέθοδοι επιφέρουν εντατικοποίηση της εργασίας και μεγαλύτερη αποξένωση στο χώρο εργασίας, ενώ πάνω από τα κεφάλια των εργαζομένων κρέμεται σταθερά η απειλή της απόλυσης.
Η εργασία στις κοινωνίες μας δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια εξίσωση που αντανακλά την ανταλλαγή ενέργειας με το παραγόμενο έργο. Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν η αξία που δίνουν τα άτομα στην εργασία τους, όχι μόνο σήμερα αλλά σε ολόκληρη την πορεία της ζωής τους.
Μετά από συγκρίσεις σε διεθνές επίπεδο αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι προσεγγίσεις που στηρίζονται αποκλειστικά στην οικονομική εκτίμηση της εργασίας παραβλέπουν σημαντικές παραμέτρους. Η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες που έχουν μακρά παράδοση στον ανταγωνισμό και την επικέντρωση στην παραγωγικότητα του ατόμου παρουσιάζουν σχετικά χαμηλά επίπεδα αυτοκτονιών σε σύγκριση με τη Γαλλία και τις σκανδιναβικές χώρες. Όσοι, όμως, φιλοδοξούν να αντιγράψουν το βρετανικό ή το αμερικανικό μοντέλο, καλά θα κάνουν να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας κάθε λαού και τις αντιλήψεις που επικρατούν σχετικά για τη σχέση μόχθου-ανταμοιβής.
Είναι σαφές ότι οι αυτοκτονίες στο χώρο εργασίας είναι σπάνιες και σίγουρα έχουν χαρακτήρα διαμαρτυρίας. Στον τρόπο που αντιμετωπίζεται σήμερα η εργασία, σημαντική θέση έχει η σπουδαιότητα που δίνει ο σύγχρονος άνθρωπος στην εργασία ως στοιχείο της ταυτότητάς του. Δεν πρόκειται απλώς για ένα βιοποριστικό μέσο και αυτό το μήνυμα πρέπει να το περάσουμε και στους πολιτικούς μας, υποστηρίζει η Le Monde.