Tου Στέφανου Κασιμάτη
Η γενναία στάση της κυρίας Γιαννάκου σε δύο κρίσιμα ζητήματα για το μέλλον της χώρας της κατοχύρωσαν τη φήμη της πολιτικού που «δεν μασάει τα λόγια της» - με την έννοια, δηλαδή, ότι δεν φοβάται να υπερασπισθεί αυτό που η ίδια αντιλαμβάνεται ως αληθές. Οπως κάθε γενίκευση αυτού του τύπου, έτσι και τούτη δεν ισχύει απολύτως: η κυρία Γιαννάκου ξέρει πάρα πολύ καλά να μασάει τα λόγια της, εφόσον είναι αναγκασμένη.
Λόγου χάριν, όταν ερωτάται για τη φθορά που έχουν επιφέρει τα σκάνδαλα στη Νέα Δημοκρατία, η πρώην υπουργός διαπιστώνει ότι «τα ζητήματα ηθικής πολιτικής τάξης είναι αδιαπραγμάτευτα και τυχόν συμπεριφορές που θέτουν τέτοια ζητήματα δεν μπορούν να γίνονται ανεκτές και δεν γίνονται ανεκτές, ούτε από τη Ν.Δ. ούτε από την κοινωνία». Το περί τη Ν.Δ. ας το παρακάμψουμε, θεωρώντας το ως ένα αποτυχημένο αστείο. Η διαπίστωσή της όμως ότι η κοινωνία δεν ανέχεται ατασθαλίες σε ζητήματα ηθικής τάξεως -με όλο τον σεβασμό προς το πρόσωπο της- είναι προδήλως αναληθής: εδώ, η κυρία Γιαννάκου τα μασάει...
Το υποστηρίζω αυτό, διότι αδυνατώ να πιστέψω ότι η επικεφαλής του ψηφοδελτίου της Ν.Δ. δεν έχει αντιληφθεί ότι, στη Βρετανία, μερικές εβδομάδες αποκαλύψεων για τις οικονομικές ατασθαλίες των βουλευτών ήταν αρκετές ώστε να έλθουν τα πάνω κάτω στην πολιτική ζωή της χώρας. Ο πρόεδρος της Βουλής των Κοινοτήτων παραιτήθηκε, το ίδιο έπραξαν και δύο μέλη της κυβέρνησης, ενώ υπολογίζεται ότι περίπου οι μισοί εξ όσων μετέχουν στο σημερινό Κοινοβούλιο δεν πρόκειται να επανεκλεγούν. Το κοινό των τηλεοπτικών εκπομπών, αλλά και ο κόσμος στους δρόμους γιουχάρει απροκάλυπτα τους ατάσθαλους κοινοβουλευτικούς, ενώ ο πολιτικός κόσμος αναζητεί εναγωνίως τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις που θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τους εκπροσώπους τους.
Το ενδιαφέρον, δε, είναι ότι ο κοινοβουλευτισμός στη Βρετανία περνά τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του (από την εποχή του Κρόμγουελ τουλάχιστον) με αφορμή περιπτώσεις διαφθοράς, που ως επί το πλείστον αφορούν αστεία μικροποσά. Ποσά τα οποία, με τα δικά μας μέτρα (τα μέτρα της χώρας όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα και το «κιμπαριλίκι» εκλαμβάνεται ως υψίστη λεβεντιά), θεωρούνται απλές «γυφτιές»: κατακριτέες μεν, κατανοητές δε.
Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι, οι περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις, δεν αφορούν την έκνομη συμπεριφορά των βουλευτών. Ελάχιστοι είναι εκείνοι οι οποίοι παραβίασαν, ψευδόμενοι, την ισχύουσα νομοθεσία για τα προνόμια των βουλευτών. Οι πιο πολλοί έχουν το γράμμα του νόμου με το μέρος τους. Ομως ο λόγος για τον οποίον οι Βρετανοί εκφράζουν κατά πρωτοφανή τρόπο την αποστροφή τους για τους ατάσθαλους είναι επειδή έκαναν κακή χρήση των προνομίων τους και μάλιστα σε περίοδο δεινής κρίσης για τη βρετανική οικονομία. Εν ολίγοις, οι Βρετανοί έχουν εξοργισθεί επειδή δεν ανέχονται να τους σερβίρουν πως ό,τι στην πολιτική είναι νόμιμο είναι και ηθικό - για να το θέσω με τους όρους του κ. Γ. Βουλγαράκη.
Οταν, λοιπόν, οι ψύχραιμοι Βρετανοί εξεγείρονται με αφορμή τις «γυφτιές» των πολιτικών τους, εμείς, που υποτίθεται ότι το αίμα μας βράζει, πώς γίνεται και καταπίνουμε την κάμηλο χωρίς να βγάζουμε κιχ; Πώς εξηγείται αυτή η περίεργη και εν μέρει υποκριτική ανοχή μας έναντι φαινομένων διαφθοράς πολύ χειρότερων από αυτά που απασχολούν τους Βρετανούς; Πώς γίνεται, δηλαδή, ιδιωτικώς οι περισσότεροι να εκφράζουμε αηδία για τους πολιτικούς και δημοσίως να τους μεταχειριζόμαστε με κωμική δουλοπρέπεια;
Προφανώς, υπάρχουν διαφορές μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας ως προς τις αντιλήψεις περί πολιτικού ήθους. Εκεί, λ.χ., η άσκηση του υπουργικού αξιώματος θεωρείται υπηρεσία, ενώ εδώ ο υπουργός θεωρείται «δερβέναγας»: αντιλαμβάνεται τον τομέα της ευθύνης του ως κάτι ανάμεσα σε τσιφλίκι και αρματολίκι. (Είναι τυχαίο μήπως ότι ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ παρέλειψε να εκδώσει οικοδομική άδεια για το σπίτι που έχτιζε;) Ωστόσο, το ήθος του πολιτικού κόσμου δεν είναι απλώς ένα άνθος που ευδοκιμεί αναλόγως του κλίματος. Η πραγματική αιτία τόσο της διαφοράς στα ήθη όσο και της αφύσικης ανοχής μας στη διαφθορά, είναι ότι οι περισσότεροι μετέχουμε σε αυτή, μέσω του τεράστιου κράτους.
Από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, η ευημερία των πολλών εξασφαλίσθηκε με τη δημιουργία ενός υπερδιογκωμένου κράτους, που συντηρείται με δανεικά. Η διαχείριση αυτού του κράτους έγινε το κλειδί για την επιτυχία στην πολιτική. Ετσι, βρεθήκαμε σήμερα να έχουμε τα δύο κόμματα εξουσίας να ανταγωνίζονται για τη διεκδίκηση του management μιας πελώριας επιχείρησης, που λέγεται Δημόσιο και οι υπάλληλοι της οποίας πλησιάζουν τις 800.000 - αριθμός που ίσως υπερβαίνει το σύνολο των εργαζομένων στις τρεις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες της Ευρώπης. Δεν είναι συμπτωματικό, ασφαλώς, ότι μέσα στις πρώτες δύο εβδομάδες της προεκλογικής εκστρατείας, η κυβέρνηση, σύμφωνα με δημοσιογραφικές εκτιμήσεις, ανακοίνωσε τις επικείμενες προσλήψεις (έστω με σύμβαση ενός έτους) περίπου 100.000 ατόμων στο Δημόσιο.
Για την περιστολή αυτού του κτηνώδους κράτους, κανείς πολιτικός δεν είναι πρόθυμος να μιλήσει, αλλά -το κυριότερο- ούτε και εμείς οι πολίτες είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε, γιατί δεν μας συμφέρει. Αυτό είναι ο γόρδιος δεσμός στον οποίο διαπλέκονται όλοι, πολίτες και πολιτικοί και μάλλον χρειαζόμαστε έναν Μέγα Αλέξανδρο για να τον κόψει. Δυστυχώς, διαθέτουμε μόνον τον Ψωμιάδη, στις διάφορες παραλλαγές του...
Τα παπαγαλάκια
Μαθαίνω ότι η επιτυχία του σποτ με τα παπαγαλάκια οφείλεται στο ότι την καμπάνια της Ν.Δ. έχουν αναλάβει κατ' αποκλειστικότητα δύο επαγγελματίες. Πρόκειται για τους κ. Δημήτρη Μαύρο και Γιάννη Λούλη...