Εκτιμήσεις γύρω από τους λόγους που οδήγησαν τη χώρα σε μια εσπευσμένη δοκιμή πυρηνικού όπλου.
Η πυρηνική δοκιμή στην οποία προέβη η Βόρεια Κορέα, προκαλώντας τη διεθνή κατακραυγή, προκάλεσε «πονοκεφάλους» σε στρατιωτικούς και πολιτικούς αναλυτές σε ολόκληρο τον κόσμο, δημιουργώντας ερωτηματικά γύρω από τη σκοπιμότητα της συγκεκριμένης επιλογής τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Ως κύριος λόγος της επιλογής αυτής της χρονικής περιόδου εκτιμάται πως ήταν το συμπέρασμα της βορειοκορεατικής κυβέρνησης πως η εκλογή Ομπάμα δεν θα φέρει μεταβολές στην αμερικανική πολιτική απέναντι στη χώρα. Η αυστηρή αντίδραση των ΗΠΑ απέναντι στην πυραυλική δοκιμή που έλαβε χώρα μέσα στον Απρίλιο επιβεβαίωσε στα μάτια της Πιονγκγιάνγκ την επιθυμία της νέας κυβέρνησης να διατηρήσει «σκληρή γραμμή» απέναντι στη Βόρεια Κορέα.
Επίσης, η νέα αυτή δοκιμή λειτούργησε ως διαβεβαίωση προς τη διεθνή κοινότητα πως η χώρα έχει πραγματικές πυρηνικές δυνατότητες - καθώς, ακόμα και μετά την προ τριετίας πυρηνική δοκιμή της, υπήρχαν οι αμφισβητίες που θεωρούσαν πως επρόκειτο, για μια κίνηση-«πυροτέχνημα», μόνο εν μέρει επιτυχημένη, με σκοπό να δημιουργήσει λανθασμένες εντυπώσεις γύρω από την ύπαρξη και αποτελεσματικότητα του πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας.
Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής (την Ημέρα Μνήμης των ΗΠΑ) δείχνει μια πρόθεση πρόκλησης προς την αμερικανική κυβέρνηση, ειδικά αν ληφθεί υπόψη πως η δοκιμή του διηπειρωτικού Taepondong-2 το 2006 είχε γίνει στις 4 Ιουλίου (την Ημέρα Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ).
Φυσικά υπάρχουν και λόγοι εσωτερικής πολιτικής πίσω από την πυρηνική δοκιμή: πρόκειται για μια «προσωπική» χειρονομία του ηγέτη της χώρας, Κιμ Γιονγκ Ιλ, ο οποίος με αυτό τον τρόπο σηματοδότησε τη δυναμική επιστροφή του μετά από μια περίοδο μακράς απουσίας από τη δημοσιότητα. Η εν λόγω επίδειξη στρατιωτικής ισχύος, εκτός του ότι αποσπά την προσοχή από τα εσωτερικά (κυρίως οικονομικά) προβλήματα της χώρας, θα κάνει ευκολότερο για τον Κιμ Γιονγκ Ιλ να παρουσιάσει έναν από τους τρεις γιους του ως διάδοχό του στην ηγεσία της Β. Κορέας. Πλέον εκτιμάται ως πολύ σοβαρό το ενδεχόμενο μιας επιπλέον πυρηνικής δοκιμής, στα πλαίσια της ίδιας εκστρατείας δημοσίων σχέσεων- προπαγάνδας. Τη θέση αυτή φαίνεται να επιβεβαιώνει η δοκιμή αμέσως μετά δύο πυραύλων μικρής εμβελείας.
Περί των αμφιβολιών γύρω από το αν πραγματικά η Β. Κορέα επιθυμεί να μπει κανονικά στο «κλαμπ» των πυρηνικά οπλισμένων χωρών ή αν θα αρκεστεί σε κινήσεις εντυπωσιασμού και λεονταρισμούς, πλέον θεωρείται πως, παρά την παραπαίουσα οικονομία και τα εσωτερικά της προβλήματα (με ένα εξ αυτών την έλλειψη τροφίμων), η χώρα θα προχωρήσει κανονικά, καθώς ένα πυρηνικό οπλοστάσιο αποτελεί πανίσχυρο διαπραγματευτικό όπλο- το οποίο χρειάζεται απεγνωσμένα η Πιονγκγιάνγκ για να αποσπάσει ουσιαστικά κέρδη από τις διαπραγματεύσεις με χώρες όπως η Ν. Κορέα, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ, που πιέζουν για τον αφοπλισμό της.
Ωστόσο, την παρούσα στιγμή η επιστροφή της Β. Κορέας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αφοπλισμού φαντάζει αμφίβολη: η πρόσφατη δοκιμή της επιδείνωσε ακόμη περισσότερο τη θέση της ως κράτους-παρία.
Επίσης, η πυρηνική δοκιμή αποτέλεσε την «ισχυρή απάντηση», την οποία είχε υποσχεθεί η Πιονγκγιάνγκ ως αντίδραση στις κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών μετά την πυραυλική δοκιμή του Απριλίου. Επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα ερμηνευτεί ως σημάδι αδυναμίας, κάτι το οποίο η Β. Κορέα θέλει να αποφύγει πάση θυσία.