Το ζήτημα είχε τεθεί ουσιαστικά και πριν ξεσπάσει το σκάνδαλο της Siemens. Aλλά όσα τώρα γνωρίζουμε γι’ αυτό το σκάνδαλο (και είδαμε μόνο την κορυφή του παγόβουνου) είναι αρκετά για να θέσουν επιτακτικά πρόβλημα λειτουργίας των κομμάτων, όχι μόνο οικονομικής διαφάνειας, αλλά λειτουργίας γενικά.
Μια διευκρίνιση είναι απαραίτητη. Θα είναι μάλλον ατελέσφορη οποιαδήποτε έξωθεν παρέμβαση στα εσωτερικά των κομμάτων, ακόμα και νομοθετική, η οποία εύκολα μπορεί να συκοφαντηθεί και απαξιωθεί ως περιορισμός της αυτοτέλειας και ανεξαρτησίας ή πραγματικά να εξελιχθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ούτε η λειτουργία των κομμάτων μπορεί κάθε τόσο να αποτελεί αντικείμενο δικαστικής έρευνας και από αυτήν να εξαρτάται η πολιτική τους χρησιμότητα και αξία. Η Δικαιοσύνη κάνει τη δουλειά της, όταν την κάνει, και ερευνά αδικήματα χωρίς να έχει πολιτικές ή ιδεολογικές σκοπιμότητες.
Τα κόμματα οφείλουν μόνα τους να ορίσουν τους κανόνες λειτουργίας ακριβώς για να αναδείξει το καθένα το πολιτικά σκόπιμο, τον πολιτικό και ιδεολογικό του χαρακτήρα, από τον οποίο και τελικά θα κριθεί. Η αντίφαση που ισχύει σήμερα είναι σαφής: Εχουμε μια καλή και σχεδόν πλήρη δημοκρατία, τέτοια που δεν γνωρίσαμε ποτέ στην ιστορία μας. Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε πολιτικά κόμματα (απαραίτητη προϋπόθεση για τη λειτουργία της δημοκρατίας), που όχι μόνο δεν είναι δημοκρατικά αλλά είναι ακριβώς αντιδημοκρατικά. Αρχηγικά, οικογενειακά, μεγάλα και μικρότερα οικογενειακά φέουδα που κατανέμουν μεταξύ τους την πολιτική επιρροή και τα κομματικά οφέλη, μυστικιστικά στην εσωτερική τους λειτουργία και με εμφάνιση συντεταγμένου λόγου στη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων. Είναι υπόθεση των ίδιων των κομμάτων να λύσουν τα προβλήματα αυτά με αποφασιστικές πρωτοβουλίες, ώστε να κρίνονται και να επιλέγονται από πολίτες επειδή γνωρίζουν και όχι επειδή περιμένουν ανταλλάγματα ή απλή ικανοποίηση του πολιτικού φανατισμού.
Καίρια σημασία στη λειτουργία των κομμάτων έχει η διαχείριση των οικονομικών τους. Ποια και από πού τα έσοδα, προς τι οι δαπάνες και κατά πόσο αντιστοιχούν στα έσοδα. Προχθές, το ΠΑΣΟΚ έδωσε στη δημοσιότητα μισή σελίδα από ένα μπακαλοτέφτερο όπου καταγράφονταν μερικά από τα έσοδά του. Πολύ αποκαλυπτικά όχι μόνο γι’ αυτά που φανέρωνε αλλά κυρίως γι’ αυτά που δεν φανέρωνε. Δεν ανέγραφε με πλήρη στοιχεία την πηγή των εσόδων και από πουθενά δεν προέκυπτε αντιστοιχία δαπανών προς τα έσοδα. Αυτά τα στοιχεία είναι αρκετά για να περιγράψουν και να χαρακτηρίσουν τη «μαύρη διακίνηση πολιτικού χρήματος» με άγνωστους στους πολίτες σκοπούς.
Εκείνο που φανερώνει και αποκαλύπτει είναι το μέγεθος των «δωρεών». Κανείς δεν έχει (δεν του περισσεύουν και δεν δίνει σε ένα κόμμα τόσο μεγάλα ποσά από απλή πολιτική ή ιδεολογική συμπάθεια). Τα δίνει όταν συμφωνημένα περιμένει κάποιο πολλαπλάσιο αντάλλαγμα, είναι σαν να ριψοκινδυνεύει μια σοβαρή επένδυση, με την προδοκία μεγάλου κέρδους σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Είναι κοινό μυστικό, αλλά όχι ομολογημένο, ότι επιχειρηματίες χρηματοδοτούν με μεγάλα ποσά κυρίως τα δύο κόμματα εξουσίας, γιατί από τη διαχείριση της εξουσίας περιμένουν τα μεγάλα κέρδη. Αν οι χρηματοδοτήσεις αυτές ήταν ονομαστικά καταγραμμένες θα μπορούσαμε ίσως να επισημάνουμε τα «κέρδη», τη νομιμότητά τους και τον τρόπο διαχείρισης του δημοσίου χρήματος.
Το πρώτο αίτημα συνεπώς είναι η πλήρης διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, με όνομα και επάγγελμα, και ο ορισμός λογικού ανωτάτου μεγέθους κομματικής δωρεάς. Δεν καταργούνται οι εξαρτήσεις από συμφέροντα, αλλά γίνονται διαφανείς και οι πολίτες έχουν τα στοιχεία και τη γνώση να κρίνουν και να αποφασίσουν. Θεμελιώδης κανόνας της δημοκρατίας.
Το δεύτερο κρίσιμο σημείο είναι η διαφάνεια στις δαπάνες ενός κόμματος, δαπάνες λειτουργίας και προεκλογικές. Και πάλι δεν χρειάζεται να επέμβει καμιά έξωθεν αρχή. Εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει δεν είναι το μέγεθος των δαπανών, αλλά η αντιστοιχία τους με το ύψος των εσόδων, την οποία κάθε πολίτης μπορεί να αντιληφθεί και να κρίνει. Υπάρχει και θέμα μεγέθους δαπανών για να περιορισθεί η άσκοπη, συχνά ανόητη και πάντα κακόγουστη σπατάλη. Υπάρχει και θέμα αποκατάστασης ίσων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των κομμάτων χωρίς διακρίσεις μικρών και μεγάλων. Και τέλος υπάρχει σοβαρό θέμα περιορισμού του κόστους πολιτικής λειτουργίας γενικότερα, ώστε η πολιτική να είναι κατά το δυνατό περισσότερο προσιτή σε όλους.
Από την πλευρά όμως της διαφάνειας και της πολιτικής εντιμότητας, κρίσιμο σημείο είναι ο έλεγχος αντιστοιχίας μεταξύ δαπανών και εσόδων ώστε να περιορισθεί το μαύρο χρήμα που σήμερα διακινείται μέσω των κομμάτων.
Υπάρχει και η λύση που φαίνεται ότι σκέφτεται η κυβέρνηση: Να αυξηθεί η κρατική επιχορήγηση προς τα κόμματα και με αυτή μόνο να δικαιολογούν τις δαπάνες. Απλή και καθαρή λύση, αλλά αφαιρεί τη συμμετοχή των πολιτών από τη λειτουργία των κομμάτων, τα κάνει κρατικοδίαιτα.
Δεν χρειάζεται να περιμένουμε τι θα αποκαλύψει ο Μ. Χριστοφοράκος και η διεξαγόμενη δικαστική έρευνα για να αποκαταστήσουν τα κόμματα τη διαφάνεια στη λειτουργία τους, χωρίς ανταγωνισμούς, χωρίς αντιπαραβολές και χωρίς συμψηφισμούς ενοχής. Το βάρος πέφτει πρώτα στο ΠΑΣΟΚ που με μεγάλες πιθανότητες διεκδικεί την εξουσία. Είναι απλό να αντικαταστήσει το μπακαλοτέφτερο που μας παρουσίασε με σταθερούς κανόνες διαφανούς λειτουργίας.