Πρώην εχθροί και σύμμαχοι συγκεντρώθηκαν χθες στο Γκντανσκ της Πολωνίας για την επέτειο των 70 χρόνων από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί βρέθηκαν πολλοί ηγέτες της Ευρώπης. Τα περισσότερα βλέμματα, όμως, ήταν στραμμένα στη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τον Ρώσο πρωθυπουργό Βλαντίμιρ Πούτιν.
Oι εκδηλώσεις στη χερσόνησο Βέστερπλατε άρχισαν ακριβώς στις 4.45, την ίδια ώρα που πριν από 70 χρόνια το γερμανικό πολεμικό πλοίο «Schleswig-Ηolstein» εξαπέλυσε τα πρώτα πυρά εναντίον των πολωνικών οχυρώσεων στην Γκτίνια. Επτά δεκαετίες αργότερα, η Ιστορία παραμένει ένα πεδίο μάχης ανάμεσα στη Ρωσία και την Πολωνία. Τα σύννεφα στις σχέσεις των δύο χωρών πύκνωσαν εν όψει της επετείου, καθώς η Πολωνία επιμένει να υποστηρίζει ότι ο αποφασιστικός παράγοντας για την έναρξη του πολέμου ήταν το Σύμφωνο Μη Επίθεσης που είχαν υπογράψει στις 23 Αυγούστου του 1939 η ναζιστική Γερμανία και η Σοβιετική Ένωση. Μια βδομάδα αργότερα, ο Χίτλερ επιτέθηκε στην Πολωνία και στις 17 Σεπτεμβρίου εισέβαλαν στη χώρα τα σοβιετικά στρατεύματα. Όπως αποκαλύφθηκε μετά τον πόλεμο, το Σύμφωνο προέβλεπε σε απόρρητο παράρτημα τον διαμελισμό της Πολωνίας. Αντίθετα η Ρωσία θέλει να θυμάται τον Ιωσήφ Στάλιν σαν έναν ηγέτη που έσωσε την Ευρώπη από τον ναζισμό. Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ δημιούργησε στις αρχές του χρόνου ένα σώμα με την οργουελική ονομασία Επιτροπή Πρόληψης της Παραχάραξης της Ιστορίας εις Βάρος των Ρωσικών Συμφερόντων.
Ιστορική αντιπαράθεση
Η επέτειος της μεγάλης τραγωδίας υποχρέωσε τις δύο μεγάλες δυνάμεις εκείνης της εποχής, τη Γερμανία και τη Ρωσία, να αναμετρηθούν με το παρελθόν τους. «Εγώ, Γερμανίδα καγκελάριος, υποκλίνομαι εδώ στο Γκντανσκ στα 60.000.000 των θυμάτων του πολέμου και του Ολοκαυτώματος που προκάλεσε η Γερμανία. Με την επίθεση στην Πολωνία η Γερμανία έγραψε το πιο σκοτεινό κεφάλαιο της ευρωπαϊκής Ιστορίας», δήλωσε η Άνγκελα Μέρκελ. Και ο Βλαντίμιρ Πούτιν επιχείρησε να αμβλύνει την ιστορική αντιπαράθεση με την Πολωνία, χαρακτηρίζοντας ανήθικες όλες τις συμφωνίες που είχαν υπογραφεί με τη ναζιστική Γερμανία και επομένως τόσο το Σύμφωνο Μη Επίθεσης όσο και το Σύμφωνο του Μονάχου ανάμεσα στο Βερολίνο, το Παρίσι και το Λονδίνο. «Έχουμε προβλήματα στην Ιστορία και πρέπει να τα αναλύσουμε προσεκτικά», δήλωσε ο Ρώσος πρωθυπουργός και συμπλήρωσε ότι η χώρα του και η Πολωνία πρέπει να συνεργαστούν και να μελετήσουν τα ιστορικά γεγονότα χωρίς αμοιβαίες κατηγορίες.Όπως αναφέρει, πάντως, στην εφημερίδα «Ιndependent» ο Φιοντόρ Λουκιάνοβ, διευθυντής του περιοδικού «Η Ρωσία στις διεθνείς υποθέσεις», ένα τέτοιο εγχείρημα δεν είναι καθόλου εύκολο. Η Κεντρική και η Ανατολική Ευρώπη βλέπουν με ανησυχία την προσπάθεια της Ρωσίας να διατηρήσει σφαίρες επιρροής στα πρώην κομμουνιστικά κράτη και σε αυτό το πλαίσιο η ερμηνεία της Ιστορίας παίζει πάντοτε ρόλο. «Ενώ οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης μπόρεσαν να συζητήσουν ιστορικά προβλήματα αφήνοντας απ΄ έξω την πολιτική», επισημαίνει,«στην Ανατολική Ευρώπη η Ιστορία και η πολιτική εξακολουθούν να μπερδεύονται».
Η πόλη που άλλαξε 2 φορές την Ιστορία της Ευρώπης
ΤΟ ΓΚΝΤΑΝΣΚ, η έκτη μεγαλύτερη πόλη της Πολωνίας και το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, ανήκε από το 1773 στην Πρωσία έως ότου το 1919 ανακηρύχθηκε με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών «ελεύθερη πόλη» υπό την προστασία της Κοινωνίας των Εθνών. Ενώθηκε με την Πολωνία μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με αποτέλεσμα να παραμείνει στην πόλη μόνο το 5% των Γερμανών κατοίκων της. Οι σημερινοί της κάτοικοι είναι τα παιδιά και τα εγγόνια χιλιάδων μεταναστών από τα πολωνικά εδάφη που παραχωρήθηκαν στην πρώην ΕΣΣΔ μετά το τέλος του πολέμου. Όπως σημειώνει ο Μπερνάρντο Βάλι στην εφημερίδα «La Repubblica», το Γκντανσκ είναι η πόλη που άλλαξε δύο φορές την Ιστορία της Ευρώπης. Από εκεί άρχισε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κι εκεί δημιουργήθηκε το πρώτο ρήγμα στο πρώην ανατολικό μπλοκ. Στα ναυπηγεία του Γκντανσκ, που τότε ήταν αφιερωμένα στον Λένιν, ξεσηκώθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970 οι εργάτες προκαλώντας την παραίτηση της σταλινικής κυβέρνησης του Βλάντισλαβ Γκομούλκα και ρίχνοντας τον πρώτο σπόρο για τη δημιουργία του συνδικάτου Αλληλεγγύη, το οποίο λίγα χρόνια αργότερα θα υποχρέωνε το κομμουνιστικό καθεστώς σε διαπραγμάτευση.