Eχω την πεποίθηση ότι η τυφλή βία και η συνοδός υλική καταστροφή ορκίζονται σε χίλια δίκια, αλλά στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο από απελπιστικά μοναχικές, ακραία εγωτικές συμπεριφορές εκδίκησης. Στην ουσία αποσκοπούν στην προσωπική ικανοποίηση του δράστη. Γι’ αυτό αν και η κοίτη αναγνωρίζεται στην κοινωνία και την πολιτική, οι εκβολές τέτοιων γεγονότων καταλήγουν στο άπειρο.
Πληθαίνουν τον τελευταίο καιρό οι καταγγελίες για τους «βιαστές» με τα σπρέι, ημεδαπούς και αλλοδαπούς γκραφιτάδες που καταστρέφουν με μανία μνημεία ιστορικά και αρχιτεκτονικά της Αθήνας. Που αλλοιώνουν συστηματικά την ελάχιστη ομορφιά που έχει απομείνει στην πρωτεύουσα. Του καταστροφικού οίστρου δεν εξαιρούνται ούτε οι αρχαιολογικοί χώροι, ενώ κεντρικός στόχος παραμένουν οι προσόψεις των νεοκλασικών κτιρίων και διατηρητέων κατοικιών.
Οπως χαρακτηριστικά σημειώνει στο ρεπορτάζ του της περασμένης Κυριακής, ο Δημήτρης Ρηγόπουλος, «αν το γκράφιτι είναι μια ούτως ή άλλως αμφιλεγόμενη ιστορία -ανάμεσα στην απλή τέχνη και στην απλή μουντζούρα- το πρόβλημα ειδικά στην Πλάκα αποκτά άλλη βαρύτητα. Πρόκειται για ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό σύνολο στην καρδιά της Αθήνας, δίπλα σε μνημεία οικουμενικής σημασίας...»
Τα μνημεία, τα παλιά κτίρια, οι παλιοί σκόρπιοι βράχοι των αρχαιολογικών χώρων, οι σιωπηλές μορφές των αγαλμάτων συναποτελούν τη μνήμη της πρωτεύουσας. Είναι συχνά η μόνη ομορφιά της. Κάποιοι, θυμωμένοι ίσως, απελπισμένοι ίσως, επιχειρούν να σβήσουν αυτή τη μνήμη, αυτή την ομορφιά. Χωρίς μνήμη, όμως, δεν υπάρχει πόλη. Κι εμείς την Αθήνα την έχουμε ανάγκη. Γιατί ζούμε σε αυτήν και επειδή ζούμε από αυτήν. Η Αθήνα συντηρεί θέσεις εργασίας, φέρνει χρήματα στη χρεοκοπημένη Ελλάδα. Με ελάχιστη προσπάθεια θα μπορούσε να πολλαπλασιαστούν οι επισκέπτες της και κυρίως οι ημέρες παραμονής τους.
Η μηδενική ανοχή για τους βανδάλους των Αθηνών είναι μονόδρομος. Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν για έναν νέο πολιτικό, για έναν διακεκριμένο νομικό, που γνωρίζει πού τελειώνουν τα δικαιώματα και πού αρχίζουν οι υποχρεώσεις. Περιμένουμε τον κ. Γιώργο Καμίνη.