Το πιο αστείο πράγμα, αυτόν τον καιρό, είναι να βλέπεις δημοσιογράφο με σηκωμένο το δάχτυλο. Το είδαμε πολλάκις στα παραθύρια: σχολιαστές με ύφος χιλίων καρδιναλίων να νουθετούν τους πολιτικούς, να τους εξηγούν ποια είναι η δουλειά τους, να μειδιούν σαρκαστικά σε κάθε απάντηση που δεν καταλαβαίνουν. Το έχουμε αυτό το χούι οι δημοσιογράφοι. Κουρσέψαμε την εκπροσώπηση του λαού και μπήξαμε φωνή μεγάλη: «Οι πολιτικοί οφείλουν να...», «η κυβέρνηση πρέπει να...», «ας μην ξεχνά η αντιπολίτευση ότι...», «ο λαός περιμένει...»
Η αλήθεια είναι ότι κάποτε είχαμε το ηθικό δικαίωμα να το κάνουμε αυτό· τρώγαμε από τις σάρκες παρελθουσών επιτυχιών που είχαν κάνει αδέσμευτοι από κάθε εξουσία συνάδελφοι και από τις εγγράμματες παρεμβάσεις λογίων που προϋπήρξαν ημών. Σήμερα, όμως, πόσο κύρος παραμένει στο δημοσιογραφικό σώμα, για να μπορεί ατιμώρητα κάποιος να σηκώνει το δάχτυλο στους πολιτικούς;
Αστεία αστεία, το σώμα των πολιτικών έχει πάρει κάποια από τα μηνύματα των καιρών. Στις τελευταίες εκλογές και τα δύο μεγάλα κόμματα ξεκαθάρισαν τα ψηφοδέλτιά τους από ανθρώπους που (δικαίως ή αδίκως) προκάλεσαν το κοινό αίσθημα. Ναι, μπορεί να μην τα ξεκαθάρισαν όπως και όσο θα ήθελαν οι δημοσιογράφοι, αλλά πριν πούμε εμείς σε πόσο βάθος πρέπει να γίνει η κάθαρση της πολιτικής, μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε σε τι βάθος έγινε η κάθαρση της δημοσιογραφίας; Πόσοι της δημοσιογραφίας, κατ’ αντιστοιχία με την πολιτική, πήγαν σπίτι τους για διάφορα δεοντολογικά και όχι μόνο παραπτώματα;
Πριν από περίπου 15 χρόνια, ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατήγγειλε ότι Ελληνες δημοσιογράφοι πληρώνονταν από μυστικά κονδύλια του υπουργείου Εξωτερικών της δικής του κυβέρνησης για να προβάλλουν τον κ. Αντώνη Σαμαρά. Εκτοτε μείναμε με την απορία: ποιοι συνάδελφοι πληρώνονταν από τους Ελληνες φορολογούμενους, για να παραπλανούν τους Ελληνες πολίτες, με λεφτά που προορίζονταν για την επίτευξη εθνικών στόχων στο εξωτερικό; Η Ενωση Συντακτών ανέλαβε να ξεκαθαρίσει την υπόθεση και η ιστορία κατέληξε σαν συζήτηση για εξεταστική επιτροπή της Βουλής. Πολλή φασαρία για το τίποτε...
Το 2005, το υπουργείο Τύπου έκανε το μισό του καθήκον. Αντί να δημοσιοποιήσει τους καταλόγους των δημοσιογράφων που εργάζονται στο Δημόσιο, τους παρέδωσε στην Ενωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών. Το προεδρείο της ΕΣΗΕΑ τούς δημοσιοποίησε την πρώτη φορά και τις επόμενες χρονιές έβαλε τους καταλόγους στο συρτάρι (προφανώς, για να τιμήσει τον Ι. Μάγερ, τη ρήση του οποίου η ένωση των δημοσιογράφων υιoθέτησε: «Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης»). Απαγόρευσαν, δηλαδή, στον ελληνικό λαό να μάθει, όχι από ποιους ενημερώνεται, αλλά τουλάχιστον ποιους πληρώνει. Είναι σίγουρο ότι κάποιοι από αυτούς που πήραν την απόφαση να μη δημοσιοποιηθούν οι κατάλογοι, θα βρίσκονται στα παράθυρα. Με σηκωμένο το δάχτυλο και τσιριχτή φωνή, θα στηλιτεύουν για άλλες υποθέσεις τους πολιτικούς: «Πρόκειται για λεφτά των φορολογουμένων, γι’ αυτό ο λαός έχει κάθε δικαίωμα να μάθει την αλήθεια...» Επί τη ευκαιρία και σαν παρένθεση: όλοι αυτοί που δημοσίως ανησυχούν για την έλλειψη γενικών γραμματέων στα υπουργεία, μήπως μπορούν να μας πουν ποιος είναι ο γραμματέας της ΕΣΗΕΑ; Ο πρόεδρος, έστω; Κλείνει η παρένθεση...
Υπάρχουν πολλά κρούσματα, που δείχνουν ότι η δημοσιογραφία νοσεί εξίσου με την πολιτική. Το πρόβλημά μας πλέον είναι ότι το πολιτικό προσωπικό ακούει τουλάχιστον την υπόγεια βοή και κάνει κάποιες προσπάθειες να αλλάξει. Η Νέα Δημοκρατία ανοίγεται σε ψηφοφορία από τη βάση, η κυβέρνηση δοκιμάζει νέες μορφές συμμετοχικής δημοκρατίας κ. ά. Τέλος πάντων, κουτσά–στραβά, κάτι επιχειρούν. Νιώθουν το μέγεθος της κρίσης και προσπαθούν να αλλάξουν τους όρους λειτουργίας της πολιτικής. Μπορεί να μην τα καταφέρνουν με την πρώτη, μπορεί να μην τα κάνουν τέλεια, αλλά τουλάχιστον δείχνουν να κατανοούν το πρόβλημα.
Αντιθέτως, ο δημοσιογραφικός κόσμος παραμένει με το φρύδι σηκωμένο πιστεύοντας (ή, έστω, ελπίζοντας) ότι ψιχαλίζει. Νομίζουμε ότι σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς της πολύπλευρης κρίσης ο χώρος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης βρίσκεται στο απυρόβλητο. Ενα λάθος που αρχίσαμε να το πληρώνουμε...