H κρίση στον Συνασπισμό της Αριστεράς, βαθιά, διαρκής, δομική, καθρεφτίζει την κρίση όλου του πολιτικού συστήματος. Τουλάχιστον του συστήματος που απαρτίζουν τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Κρίση ηγεσίας, κρίση γραμμής, κρίση τακτικής, κρίση στρατηγικής, κρίση λόγου, κρίση ταυτότητας. Κρίση οντολογική. Η Αριστερά συνταράσσεται όχι μόνο από τη δική της κρίση, αλλά από την κρίση που σιγοκαίει και κλυδωνίζει την πολιτική σκηνή, που διατρέχει σαν διαρκής τονικός σπασμός το κοινωνικό σώμα. Και επειδή αυτή η συγκεκριμένη Αριστερά, η συνασπίζουσα και στεγάζουσα αντίρροπους κι ανένταχτους, είναι μικρή στο δέμας, χαλαρή στην ύφανση, διαφανής και ευανάγνωστη, γι’ αυτό και η κρίση της, η αδυναμία και η αρρώστια της διαβάζονται σαν ανοιχτό βιβλίο.
Ολα τελούνται δημόσια: σκυλοκαβγάδες και κουβέντες με πόνο, μαχαιρώματα, πλατφόρμες συμμαχιών, η απεγνωσμένη νοσταλγία, ο τρόμος ενώπιον του νέου, η τρικυμία ενώπιον του νέου, η φιλαυτία του πρωτοπόρου και η αριστερόστροφη ηθικολογία, η αυταρέσκεια και η ξύλινη ρητορεία. Ολα δημόσια - ιδίως ο αυτοοικτιρμός και η αυτολοιδορία.
Οι λοξές κουβέντες του αριστεριστή Κοροβέση, οι έκκεντρες συμπεριφορές του ηγετικού Αλαβάνου, ανεξαρτήτως της αντικειμενικής αξίας που φέρουν, αυθόρμητες και πηγαίες ωστόσο, απρόβλεπτες, ερεθίζουν τα αντανακλαστικά των συντρόφων τους, διότι καταπατούν την άτυπη συμφωνία σιωπής, σπάνε τον κώδικα ηθικολογούσας διαγωγής, και κυρίως διότι δείχνουν το πολιτικό πάπλωμα τρύπιο και τριμμένο, φτενό. Κι αυτό το πάπλωμα δεν είναι μόνο της Αριστεράς, είναι το όλον. Είναι το σύνολο πολιτικό σύστημα.
Σε ό, τι αφορά την κυβερνώσα Νέα Δημοκρατία, είναι ολοφάνερη πλέον η δομική της ανικανότητα όχι να οδηγήσει τη χώρα στο βραχύ μέλλον, αλλά κυρίως η ολοσχερής ανικανότητά της να διαχειριστεί τα καθ’ ημέραν, να αντιμετωπίσει προβλεπτούς κινδύνους, να αντιδράσει ψύχραιμα και συντεταγμένα στα απρόβλεπτα. Η ανικανότητα πηγάζει από έλλειψη οποιουδήποτε σχεδίου, αφενός, από το απελπιστικά χαμηλό επίπεδο του πολιτικού προσωπικού, αφετέρου. Αμορφωσιά, κυνισμός, ελαστικές συνειδήσεις, αδράνεια, θεμελιώδεις ανεπάρκειες, αδυναμία και απροθυμία να αφουγκραστούν τη μεταβαλλόμενη πολύμορφη κοινωνία.
Ανάλογη ανθρωπολογία συναντάμε στο ΠΑΣΟΚ. Δεν γνωρίζουμε ποιο θα είναι το κυβερνητικό επιτελείο του Γ. Παπανδρέου, εφόσον εκλεγεί, γνωρίζουμε όμως ότι το ΠΑΣΟΚ, το μεγάλο κόμμα της μεταπολίτευσης, είναι ένα κόμμα βαριά κουρασμένο και εσωστρεφές, το οποίο ακόμη και τώρα, μετά τρεις εκλογικές ήττες, ευρισκόμενο στα πρόθυρα της ποθητής του εξουσίας, του δικού του raison d’etre, παραμένει αορίστως καταγγελτικό, γενικολογεί, αντιπολιτεύεται, χωρίς να προτείνει τίποτε εκτός από τη δική του άνοδο στην εξουσία. Κόμμα διαχειριστών και όχι πολιτικών, χωρίς αυτοκριτική, χωρίς ανάλυση της πραγματικότητας, χωρίς επεξεργασία συνθέσεων.
Σε αρκετά ζωτικά θέματα, μάλιστα, οι άδηλες ή εκφρασμένες θέσεις του κεντροαριστερού Γ. Παπανδρέου δεν διαφέρουν ουσιωδώς από τις αντίστοιχες θέσεις του κεντροδεξιού Κ. Καραμανλή. Και οι δύο πενηντάρηδες ηγέτες άλλωστε ποντάρουν πολύ στην ίδια κληρονομική ρητορεία και σε συναισθηματικά φορτισμένη χρήση σχημάτων του καταγωγικού τους παρελθόντος. Και οι δύο, αναπόφευκτα και αντικειμενικά, μαζί με τους επιγόνους του Κ. Μητσοτάκη, εκφράζουν μια κληρονομιά οικογενειοκρατίας και δυναστειών, τέτοια που δεν υπάρχει ανάλογό της σε καμιία ευρωπαϊκή δημοκρατία σήμερα. Ποιον εκσυγχρονισμό και ποια ανανέωση του κοινωνικού σώματος να εγγυηθούν αυτά τα κουρασμένα κόμματα - δυναστείες;
Η πολιτική είναι τέχνη του εφικτού, είναι πραγματισμός. Πράγματι. Αλλά από καιρό τώρα, η τρέχουσα πολιτική έχει χάσει κάθε σχέση και με το εφικτό και με το πραγματικό. Ολο το σύστημα, από τη νεο-λαϊκή ακροδεξιά έως το φαραωνικό απολίθωμα του Περισσού, ασχολείται εργωδώς μόνο με την αναπαραγωγή και τη αυτοσυντήρησή του. Εν κενώ, προστατευμένο από κοινωνία, συγκυρία, γεωπολιτικό περιβάλλον - όσο μπορεί, όσο του επιτρέπουν οι κεραμίδες που κάθε τόσο πέφτουν επώδυνες ζητώντας εξηγήσεις και πράξη.
Διότι η πραγματικότητα εν τω μεταξύ καλπάζει. Δύσκολη, απρόοπτη, ανατρέπουσα βεβαιότητες και ευκολίες. Απαιτεί αναλυτικές και συνθετικές ικανότητες. Απαιτεί προ πάντων ένα συνεκτικό αφήγημα, το οποίο να καταγράφει την πραγματικότητα και ταυτοχρόνως να την αναλύει και να την επιλύει, και να την υπερβαίνει.
Εδώ γυρνάμε πάλι στην κρίση της Αριστεράς, που περιέχει όλες τις κρίσεις. Η ευρωπαϊκή Αριστερά στους νεώτερους χρόνους επιχειρούσε να αφηγηθεί τον κόσμο συνθέτοντας το ουτοπικό πρόταγμα, τις επιθυμίες της παρούσας κοινωνίας και τη διαχείριση των αναγκών της. Με ελλείμματα και παρεκκλίσεις (συχνά τερατώδεις), με συχνές ήττες και πισωγυρίσματα, αλλά και λαμπρά επιτεύγματα, έτσι ξετυλίχτηκε ο πολιτικός πολιτισμός της νεωτερικότητας, από τους πρωτοφιλελεύθερους και τους ρεπουμπλικανούς έως τους ουτοπιστές σοσιαλιστές και τους ελευθεριακούς: αφηγούμενος πειστικά τον κόσμο. Σε ένα αφήγημα όπου οι πολίτες δεν είναι αφηγούμενα αντικείμενα αλλά υποκείμενα και διαμορφωτές, αφηγητές.
Αυτή η κληρονομιά συνθέσεων και τόλμης έχει χαθεί αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Μάλλον, έχει θαμπώσει, έχει θαφτεί κάτω από υστεροβουλία, σκοπιμοθηρία, ανικανότητα, νεποτισμό και διαφθορά. Η κοινωνία χωρίς θεσμούς, χωρίς ενοποιητικό αφήγημα, χωρίς αίσθηση του ανήκειν και του συναποφασίζειν, έχει χάσει την πίστη στον εαυτό της, στις ανανεωτικές της δυνάμεις. Φοβάται το παρόν, τρέμει το μέλλον. Κερματίζεται και αλληλοσπαράσσεται, όπως ακριβώς πράττει τώρα το κόμμα της Αριστεράς. Ιδού, σε αυτό τουλάχιστον το πεδίο, πολιτική και κοινωνία συναιρούνται: εν κρίσει.